• Spanish
  • English (UK)
  • Greek
  • Home
  • Team
  • Webinars
    • Εισαγωγή στη Διατροφή
    • Μεσογειακή Δίαιτα, Υγεία και Μακροζωία. Σύνταξη Εξατομικευμένου Διαιτολογίου
    • Διατροφή και άσκηση
    • Διατροφή και Πρωταθλητισμός
    • Webinars
    • Διατροφή και Άσκηση
    • Διατροφή στην Εγκυμοσύνη και στο Θηλασμό
  • Diet Program
    • Αγγελική Σκαρλάτου
    • Βαγγελάκος Ηλίας
    • Περικλής Ηλίας
    • Στεφανος Δημητριάδης
    • Ανθή Μυλωνάκη
  • Publications
    • Scientific Articles
  • Registration
  • FAQ
  • Contact

Mediterranean Diet

Subscribe to this RSS feed
Super User

Super User

Tuesday, 30 May 2017 08:41

H Παχυσαρκία στα πλαίσια ενός υγιούς ανθρώπινου οργανισμού: Ο πραγματικός αντίκτυπος στον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων νόσων

H Παχυσαρκία στα πλαίσια ενός υγιούς ανθρώπινου οργανισμού: Ο πραγματικός αντίκτυπος στον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων νόσων

Με τον όρο παχυσαρκία, παραδοσιακά, θεωρείται η συσσώρευση περίσσειας ενέργειας στον οργανισμό, με τη μορφή λίπους. Ενήλικες με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) μεγαλύτερο ή ίσο του 30kg/m2 και παιδιά που βρίσκονται πάνω από την 95η εκατοστιαία θέση ανάπτυξης κρίνονται ως παχύσαρκα άτομα. Ενώ, τα υπέρβαρα άτομα χαρακτηρίζονται από υπερβάλλον σωματικό βάρος, το οποίο αποτυπώνεται με ΔΜΣ μεταξύ 25 και 29,9kg/m2 ή καμπύλη ανάπτυξης μεταξύ 85ης και 95ης εκατοστιαίας θέσης. Αρκετές μελέτες1-4, έχουν βρει ισχυρή σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και της ανάπτυξης χρόνιων νοσημάτων, όπως καρδιαγγειακά νοσήματα, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 και ορισμένες μορφές καρκίνου.

Παρόλα αυτά, τις τελευταίες δεκαετίες παρουσιάζεται αρκετά συχνά ο όρος «παράδοξο της παχυσαρκίας», ο οποίος αναφέρεται στο γεγονός ότι, παχύσαρκα ή υπέρβαρα άτομα εμφάνισαν καλύτερη κλινική πορεία και μικρότερα ποσοστά θανάτου, μετά από καρδιαγγειακού τύπου επέμβαση, σε σύγκριση με άτομα φυσιολογικού σωματικού βάρους.5 Επισημαίνεται ότι, η εμφάνιση καλύτερης κλινικής κατάστασης στην ομάδα των παχύσαρκων, σε σύγκριση με την ομάδα των ασθενών φυσιολογικού βάρους, παρατηρείται σε μια συγκεκριμένη ομάδα παθολογικών καταστάσεων (Πίνακας 1). Ταυτόχρονα, υπάρχουν και άλλες παράδοξες θεωρίες («Classic obesity paradox», «Pre-obesity», «Fat but fit», «Healthy obesity») σχετικά με την επίδραση της παχυσαρκίας στην ανθρώπινη υγεία, οι οποίες συμφωνούν στο γεγονός ότι, η παχυσαρκία και το περίσσειο σωματικό βάρος ενδέχεται να δρουν ως προστατευτικοί ή μη επιβαρυντικοί παράγοντες ενάντια στην ανάπτυξη χρόνιων νοσημάτων.6

Πίνακας 1. Κατηγορίες κλινικών καταστάσεων στις οποίες, ενδέχεται να, βρίσκει εφαρμογή η παράδοξη θεωρία της παχυσαρκίας

Αναφορικά με τη θεωρία «Fat but fit», παχύσαρκα άτομα, τα οποία διαθέτουν φυσιολογική αρτηριακή πίεση και φυσιολογικές τιμές βιοχημικών δεικτών (π.χ. συγκέντρωση γλυκόζης και λιπιδίων στο αίμα) και ακολουθούν ένα συστηματικό εβδομαδιαίο πρόγραμμα σωματικής δραστηριότητας, φαίνεται ότι, δεν διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων, σε σύγκριση με τους σωματικά δραστήριους ενήλικες φυσιολογικού σωματικού βάρους. Επίσης, υποστηρίζεται ότι, οι υγιείς και σωματικά δραστήριοι παχύσαρκοι έχουν χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου, λόγω χρόνιων νοσημάτων, σε σύγκριση με άτομα φυσιολογικού βάρους που δεν κάνουν άσκηση.6 Σύμφωνα με μελέτη7, παχύσαρκοι άνδρες με υπέρταση, οι οποίοι ακολουθούσαν συστηματικά ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα ασκήσεων, δεν είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου, σε σύγκριση με τους σωματικά δραστήριους φυσιολογικού βάρους ενήλικες. Η υπεροχή της σωματικής δραστηριότητας στους υγιείς παχύσαρκους επιβεβαιώθηκε και από άλλη μελέτη.8 Πιο συγκεκριμένα, οι υγιείς παχύσαρκοι συμμετέχοντες χαρακτηρίζονταν από μεγαλύτερα επίπεδα σωματικής άσκησης, σε σύγκριση με τους παχύσαρκους συμμετέχοντες, που δεν ήταν απόλυτα υγιείς. Επίσης, οι υγιείς παχύσαρκοι είχαν χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου από χρόνια νοσήματα (καρδιαγγειακά, καρκίνο), σε σύγκριση με τους μη υγιείς παχύσαρκους. Παρόλα αυτά, δεν βρέθηκε σημαντική διαφορά μεταξύ των υγιών παχύσαρκων και των υγιών ατόμων φυσιολογικού σωματικού βάρους.8 Από την άλλη πλευρά, πρόσφατη μελέτη9 βρήκε ότι, τα υγιή παχύσαρκα άτομα χαρακτηρίζονται από αυξημένο κίνδυνο αθηροσκλήρυνσης των αρτηριών τους. Γεγονός που δείχνει ότι, τα υγιή παχύσαρκα άτομα δεν έχουν κάποιο προστατευτικό παράγοντα έναντι της δημιουργίας αθηρωματικής πλάκας στα αγγεία.9 Πρόσφατη μελέτη10 διερεύνησε τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοσημάτων στην ομάδα παχύσαρκων και υπέρβαρων ατόμων, τα οποία παρακολούθησαν οι ερευνητές για 12 χρόνια. Η μελέτη βρήκε ότι, ο κίνδυνος ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοσημάτων δεν αυξήθηκε στους παχύσαρκους και υπέρβαρους που ήταν υγιείς, ενώ αυξήθηκε στους συμμετέχοντες που εμφάνισαν μεταβολικό σύνδρομο [το μεταβολικό σύνδρομο χαρακτηρίζεται από αυξημένη συγκέντρωση γλυκόζης νηστείας αίματος (≥100mg/dl) και τριγλυκερίδια (≥150mg/dl), χαμηλά επίπεδα HDL («καλής») χοληστερόλης (<40 mg/dl για άνδρες, <50 mg/dl για γυναίκες), υπέρταση (≥130/85) και παχυσαρκία]. Παρόλα αυτά, πρόσφατο δημοσίευμα του BBC11 αναφέρεται σε πρόσφατη μη δημοσιευμένη μελέτη, η οποία έγινε σε 3,5 εκατομμύρια Άγγλους και υποστηρίζει ότι, τα παχύσαρκα υγιή άτομα συνεχίζουν να χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακών νοσημάτων, σε σύγκριση με τους φυσιολογικού βάρους ενήλικες.


Συμπερασματικά, η τήρηση ενός εβδομαδιαίου προγράμματος σωματικής άσκησης και μιας ισορροπημένης διατροφής αποτελούν βασικούς παράγοντες αποφυγής της εμφάνισης μεταβολικού συνδρόμου σε παχύσαρκα ή υπέρβαρα άτομα. Το υπερβάλλον σωματικό βάρος και, ειδικότερα, το αυξημένο κοιλιακό λίπος αποτελούν βασικούς παράγοντες ινσουλινοαντίστασης και προώθησης διαδικασιών μακροχρόνιας φλεγμονής, καταστάσεις που οδηγούν στην εμφάνιση χρόνιων νοσημάτων. Επομένως, υγιή παχύσαρκα άτομα με αυξημένα επίπεδα σωματικής άσκησης διατρέχουν σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου και νόσησης από χρόνιες ασθένειες, σε σύγκριση με παχύσαρκα άτομα που έχουν μεταβολικό σύνδρομο. Παρόλα αυτά, τα υγιή παχύσαρκα άτομα δεν έχουν χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου και νόσησης από χρόνια νοσήματα, σε σχέση με τα άτομα φυσιολογικού βάρους. Συνεπώς, η απώλεια σωματικού βάρους συνεχίζει να αποτελεί τη βέλτιστη δυνατή πρακτική μείωσης το κινδύνου ανάπτυξης χρόνιων νοσημάτων σε παχύσαρκα άτομα.


Δρ. Mπάρδης Κων/νος – Επιστημονικός Υπεύθυνος Nutrilab – Διδάκτωρ Eπιστήμης Διαιτολογίας & Διατροφής Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας των ΗΠΑ – Human Performance Lab Μάστερ Εργοφυσιολογίας MSc
E-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666


Αναφορές
  1. Ng M, Fleming T, Robinson M, Thomson B, Graetz N, Margono, C. et al. Global, regional, and national prevalence of overweight and obesity in children and adults during 1980–2013: a systematic analysis for the Global Burden of Disease Study 2013. The Lancet. 2014; 384(9945):766-781.
  2. Lu Y, Hajifathalian K, Ezzati, M, Woodward M, Rimm EB, Danaei G. et al. Metabolic mediators of the effects of body-mass index, overweight, and obesity on coronary heart disease and stroke: a pooled analysis of 97 prospective cohorts with 1.8 million participants. Lancet. 2014; 383(9921), 970-983.
  3. Nakamura K, Fuster JJ, Walsh K. Adipokines: a link between obesity and cardiovascular disease. Journal of cardiology. 2014; 63(4):250-259.
  4. Farhat T, Iannotti RJ, Caccavale LJ. Adolescent overweight, obesity and chronic disease-related health practices: mediation by body image. Obesity facts. 2014; 7(1), 1-14.
  5. Gruberg L, Weissman NJ, Waksman R, Fuchs S, Deible R, Pinnow, EE. et al. The impact of obesity on the short-term and long-term outcomes after percutaneous coronary intervention: The obesity paradox? Journal of the American College of Cardiology. 2002; 39, 578-584.
  6. McAuley PA, Blair SN. Obesity paradoxes. J Sports Sci. 2011; 29(8):773-782.
  7. McAuley PA, Sui X, Church TS, Hardin JW, Myers JN, Blair SN. The joint effects of cardiorespiratory fitness and adiposity on mortality risk in men with hypertension. American Journal of Hypertension. 2009; 22, 1062-1069.
  8. Ortega FB, Lee DC, Katzmarzyk PT, Ruiz JR, Sui X, Church TS, Blair SN. The intriguing metabolically healthy but obese phenotype: cardiovascular prognosis and role of fitness. Eur Heart J. 2013; 34(5):389-97.
  9. Kim TJ, Shin HY, Chang Y, Kang M, Jee J, Choi YH, Ahn HS, Ahn SH, Son HJ, Ryu S. Metabolically healthy obesity and the risk for subclinical atherosclerosis. Atherosclerosis. 2017; pii: S0021-9150(17)30138-7.
  10. Mirzaei B, Abdi H, Serahati S, Barzin M, Niroomand M, Azizi F, Hosseinpanah F. Cardiovascular risk in different obesity phenotypes over a decade follow-up: Tehran Lipid and Glucose Study. Atherosclerosis. 2017;258:65-71.
  11. BBC. 'Fat but fit is a big fat myth'. 2017; Available at: http://www.bbc.com
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
Tuesday, 16 May 2017 06:19

Η επίδραση της λειτουργικής ικανότητας απορρόφησης του εντέρου στην αξιοποίηση των υδατανθράκων της τροφής

Η επίδραση της λειτουργικής ικανότητας απορρόφησης του εντέρου στην αξιοποίηση των υδατανθράκων της τροφής

Μεγάλος αριθμός αθλητών ακολουθεί συχνά δίαιτες, οι οποίες βασίζονται στην παροχή μεγαλύτερου ποσοστού υδατανθράκων ή μεγαλύτερου ποσοστού λιπών και πρωτεϊνών, με απώτερο σκοπό την μεθοδευμένη κινητοποίηση του οργανισμού προς αξιοποίηση συγκεκριμένων μακροθρεπτικών συστατικών. Βασικός σκοπός των συγκεκριμένων διαιτητικών πρακτικών είναι η μεγιστοποίηση της παραγόμενης ενέργειας κατά την άθληση. Δεδομένου ότι, οι ημέρες των αγώνων απαρτίζουν τη σημαντικότερη περίοδο της αθλητικής χρονιάς για όλους τους αθλητές, παρατηρείται μεγάλη κινητοποίηση τόσο των ίδιων, όσο και των προπονητών τους, ως προς τη σύσταση της δίαιτας, που θα ακολουθήσουν εκείνες τις ημέρες, σε μακροθρεπτικά συστατικά.


Σύμφωνα με μελέτες1-3, η εναλλαγή της σύστασης του διαιτητικού πλάνου ως προς την περιεκτικότητά του σε υδατάνθρακες αποτελεί μια βασική διαιτητική πρακτική ενίσχυσης της αθλητικής απόδοσης, ιδιαίτερα κατά την ημέρα των αγώνων. Υποστηρίζεται ότι, αλλαγή της συνολικά ημερήσιας προσλαμβανόμενης ποσότητας υδατανθράκων, δηλαδή, αύξηση ή μείωση της υδατανθρακικής πρόσληψης κατά τη διάρκεια της προπόνησης σε επαγγελματίες αθλητές, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές μεταβολές του μεταβολισμού των διαιτητικών υποστρωμάτων. Ειδικότερα, η εναλλαγή της προσλαμβανόμενης ποσότητας υδατανθράκων συντελεί σε αλλαγή συγκεκριμένων μεταβολικών μονοπατιών προσαρμογής του μεταβολισμού του ατόμου στις συνθήκες της άσκησης, συμπεριλαμβανομένης της οξείδωσης των εξωγενώς προσλαμβανόμενων υδατανθράκων.4 Αρκετές μελέτες5-8 υποστηρίζουν ότι, η έναρξη ενός προπονητικού προγράμματος με χαμηλά διαθέσιμα επίπεδα γλυκογόνου ενισχύει την έκφραση γονιδίων, τα οποία εμπλέκονται στη μιτοχονδριακή γένεση και, συνεπώς, στην ενίσχυση της δυνατότητας του οργανισμού να παράγει ενέργεια, μέσω του αυξημένου αριθμού μιτοχονδρίων. Παρόλα αυτά, στο σύνολο αυτών των μελετών δεν παρατηρήθηκε σημαντική βελτίωση της αθλητικής απόδοσης, καθώς το όφελος της αύξησης της μιτοχονδριακής γένεσης, ίσως, επικαλύφθηκε από τη μειωμένη δυνατότητα παραγωγής ενέργειας υπό συνθήκες έντονης άσκησης, λόγω των χαμηλών διαθέσιμων υδατανθρακικών πηγών.3



Δεδομένου ότι, βασικός σκοπός όλων των συστημάτων του οργανισμού είναι η τήρηση της ομοιόστασης, ακραίες διαιτητικές πρακτικές θα μπορούσαν να διαταράξουν την ισορροπία των μεταβολικών μονοπατιών. Ειδικότερα, παρατηρείται ότι, ακραίες αλλαγές στη διαιτητική πρόσληψη υδατανθράκων με εξαιρετικά σημαντική μείωση της προσλαμβανόμενης ποσότητας ή εξαιρετικά μεγάλη φόρτιση του οργανισμού με απλούς υδατάνθρακες οδηγεί σε αλλαγές της ικανότητας του εντέρου να απορροφά την προσλαμβανόμενη ποσότητα υδατανθράκων. Διαταραγμένη απορρόφηση των υδατανθράκων από το έντερο οδηγεί σε ταυτόχρονη αλλαγή του μεταβολισμού των διαιτητικών υδατανθράκων (πρόσληψή τους από εξωγενής πηγές) και, συνεπώς, σε μεταβολές του ποσού της παραγόμενης ενέργειας.9,10 Επομένως, η ικανότητα του εντέρου απέναντι στην απορρόφηση των υδατανθράκων βασίζεται στην προσλαμβανόμενη ποσότητα υδατανθράκων από τη δίαιτα. Ομοίως, η απορροφητική ικανότητα του εντέρου βασίζεται και στην καταναλισκόμενη ποσότητα λίπους. Σε περίπτωση που η καταναλισκόμενη ποσότητα υδατανθράκων, για παράδειγμα γλυκόζης, αυξηθεί, τότε η απορροφητική ικανότητα του εντέρου ως προς την απορρόφηση των υδατανθράκων (στην παρούσα περίπτωση της γλυκόζης) αυξάνεται, γεγονός που, δεν συμβαίνει στην απορροφητική ικανότητα του εντέρου απέναντι στη φρουκτόζη, καθώς αυτή διατηρείται ανέπαφη. Επισημαίνεται ότι, αύξηση της καταναλισκόμενης φρουκτόζης αυξάνει την επακόλουθη απορρόφησή της από το έντερο, χωρίς όμως ταυτόχρονη αύξηση της απορροφητικής ικανότητας για τη γλυκόζη.9 Στην ακόλουθη εικόνα (Εικόνα 1) παρουσιάζεται ο τρόπος προσαρμογής της απορροφητικής ικανότητας του εντέρου, καθώς, και του μεταβολισμού υδατανθράκων και λιπών απέναντι στη διαιτητική πρόσληψη υδατανθράκων. Επισημαίνεται ότι, μείωση της προσλαμβανόμενης ποσότητας υδατανθράκων οδηγεί σε μειωμένη απορροφητική ικανότητα, καθώς επέρχεται μείωση της γονιδιακής έκφρασης των υποδοχέων της γλυκόζης (GLUT-1), με άμεσο επακόλουθο την μείωση του ρυθμού απορρόφησης της γλυκόζης από τα κύτταρα. Αντιθέτως, αυξημένη προσφορά γλυκόζης στον οργανισμό συνεπάγεται αύξηση της ύπαρξης υποδοχέων γλυκόζης στην επιφάνεια των κυττάρων και, συνεπώς, αύξηση της απορρόφησης γλυκόζης από τα κύτταρα.9


Εικόνα 1. Προσαρμογή της απορροφητικής ικανότητας του εντέρου, καθώς και του μεταβολισμού υδατανθράκων και λιπών, αναλόγως της υδατανθρακικής πρόσληψης.


Η ικανότητα του εντέρου να απορροφά τους υδατάνθρακες που προσλαμβάνονται από τη δίαιτα είναι άκρως σημαντική για την ομάδα των αθλητών, καθώς μειωμένη απορρόφηση των εξωγενώς προσλαμβανόμενων υδατανθράκων θα μπορούσε να οδηγήσει σε μειωμένο υδατανθρακικό μεταβολισμό και, συνεπώς, μειωμένη παραγωγή ενέργειας. Η μειωμένη παραγωγή ενέργειας αποτελεί καθοριστικό παράγοντα μείωσης της αθλητικής απόδοσης. Το σύνολο των αθλούμενων θα πρέπει να θυμάται ότι, ακραία μείωση της προσλαμβανόμενης ποσότητας υδατανθράκων συνεπάγεται και, ταυτόχρονη, μείωση της ικανότητας απορρόφησής του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα επίδρασης της απορροφητικής ικανότητας στην αξιοποίηση των υδατανθράκων της τροφής είναι η περίπτωση των αθλητών που ακολουθούν δίαιτες εξαιρετικά φτωχές σε υδατάνθρακες και κατά τη διάρκεια ή πριν τον αγώνα καταναλώνουν ροφήματα ή τρόφιμα πλούσια σε απλούς υδατάνθρακες. Τα συγκεκριμένα άτομα διαθέτουν μικρή απορροφητική ικανότητα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να απορροφήσουν και, μετέπειτα, να αξιοποιήσουν τους προσλαμβανόμενους υδατάνθρακες από τη στιγμιαία φόρτιση του οργανισμού. Ενώ, ταυτόχρονα, ενδέχεται να αντιμετωπίσουν γαστρεντερικά προβλήματα κατά τη διάρκεια του αγώνα μετά την υδατανθρακική φόρτιση. Επομένως, η περιοδικότητα στην αλλαγή της διαιτητικής σύστασης σε υδατάνθρακες θα ήταν μια εξαιρετικά συνετή επιλογή πρόληψης διαταραχής της απορροφητικής ικανότητας του εντέρου.


Δρ. Mπάρδης Κων/νος – Επιστημονικός Υπεύθυνος Nutrilab – Διδάκτωρ Eπιστήμης Διαιτολογίας & Διατροφής Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας των ΗΠΑ – Human Performance Lab Μάστερ Εργοφυσιολογίας MSc
E-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666


Αναφορές
  1. Jeukendrup AE. Periodized Nutrition for Athletes. Sports Medicine. 2017; 1-13.
  2. Hawley JA, Burke LM, Phillips SM, Spriet LL. Nutritional modulation of training-induced skeletal muscle adaptations. Journal of Applied Physiology. 2011; 110(3): 834-845.
  3. Marquet LA, Brisswalter J, Louis J, Tiollier E, Burke LM, Hawley JA, Hausswirth C. Enhanced endurance performance by periodization of CHO intake:“sleep low” strategy. Med Sci Sports Exerc. 2016; 48(4): 663-72.
  4. Cox GR, Clark SA, Cox AJ, Halson SL, Hargreaves M, Hawley JA, Jeacocke N, Snow RJ, Yeo WK, Burke LM. Daily training with high carbohydrate availability increases exogenous carbohydrate oxidation during endurance cycling. Journal of Applied Physiology. 2010; 109(1): 126-134.
  5. Van Proeyen K, Szlufcik K, Nielens H, Ramaekers M, Hespel P. Beneficial metabolic adaptations due to endurance exercise training in the fasted state. J Appl Physiol. 2011; 110(1): 236-245.
  6. Hansen AK, Fischer CP, Plomgaard P, Andersen JL, Saltin B, Pedersen BK. Skeletal muscle adaptation: training twice every second day vs. training once daily. J Appl Physiol . 2005;98(1): 93-99.
  7. Yeo WK, Paton CD, Garnham AP, Burke LM, Carey AL, Hawley JA. Skeletal muscle adaptation and performance responses to once a day versus twice every second day endurance training regimens. J Appl Physiol. 2008;105(5): 1462-1470.
  8. Hulston CJ, Venables MC, Mann CH, Martin C, Philp A, Baar K, Jeukendrup AE. Training with low muscle glycogen enhances fat metabolism in well-trained cyclists. Med Sci Sports Exerc. 2010;42(11): 2046-2055.
  9. Jeukendrup AE. Training the Gut for Athletes. Sports Medicine. 2017; 47(Suppl 1): 101.
  10. Murray R. Training the gut for competition. Current sports medicine reports. 2006; 5(3): 161.
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
Monday, 06 March 2017 10:17

Η ένταξη των κατάλληλων ασκήσεων στην καθημερινότητα των ατόμων με Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) Χρήσιμες συμβουλές

Η ένταξη των κατάλληλων ασκήσεων στην καθημερινότητα των ατόμων με Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ)  Χρήσιμες συμβουλές

Η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) αποτελεί μια βραδέως εξελισσόμενη απόφραξη των αεροφόρων οδών, η οποία παρουσιάζει περιοδικές παροξύνσεις, συχνά σχετιζόμενες με αναπνευστικές λοιμώξεις. Η ασθένεια εξελίσσεται με πολύ αργούς ρυθμούς και όταν εκδηλώνεται είναι ήδη αρκετά αργά καθώς πολλοί ασθενείς δεν αναγνωρίζουν τα πρώιμα στάδια της. Ο πνευμονικός ιστός παρουσιάζει προοδευτικά εκφυλιστικές βλάβες. Ειδικότερα, οι περισσότεροι ασθενείς παρουσιάζουν τουλάχιστον 1 παροξυσμικό επεισόδιο ανά έτος (κατ΄ οίκον ή στο νοσοκομείο).1 Ως παροξυσμικό επεισόδιο ορίζεται η οξεία εμφάνιση αλλαγών στα επίπεδα δύσπνοιας, βήχα, έκκρισης βλέννας, και πυρετός, που συνήθιζε να έχει ο ασθενής πριν την εμφάνιση του επεισοδίου.2 Τυπικά, η νόσος περιλαμβάνει δυο διαφορετικές παθοφυσιολογικές διεργασίες, αφενός τη χρόνια βρογχίτιδα και αφετέρου το εμφύσημα. Συνήθως όμως επικρατεί το ένα από τα δυο στοιχεία της, ενώ συχνά συνυπάρχει και χρόνιο βρογχικό άσθμα.3,4 Οι κλινικές εκδηλώσεις της νόσου ποικίλλουν από την απλή χρόνια βρογχίτιδα χωρίς σοβαρούς περιορισμούς της αναπνευστικής λειτουργίας, μέχρι και χρόνια αναπνευστική ανεπάρκεια με σοβαρή αναπηρία. Η συνήθης κλινική εμφάνιση των ασθενών περιλαμβάνει ιστορικό χρόνιου παραγωγικού βήχα, δύσπνοιας και ελαττωμένης αντοχής στην κόπωση. Κατά τα αρχικά στάδια της νόσου, η δύσπνοια εμφανίζεται μετά από έντονη κόπωση, ενώ προοδευτικά επιδεινώνεται και μπορεί να εμφανιστεί και μετά από σωματική δραστηριότητα μικρότερης έντασης. Οι ασθενείς με ΧΑΠ εμφανίζουν περιορισμούς κατά την διάρκεια της άσκησης οι οποίοι μειώνουν την συμμέτοχη τους σε καθημερινές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της φυσικής τους κατάστασης και της ποιότητα ζωής τους. Τα κυριότερα συμπτώματα είναι: η δύσπνοια προσπάθειας, ο χρόνιος βήχας, η παραγωγή πτυέλων και ο συριγμός κατά την αναπνοή. Η ΧΑΠ αποτελεί την πέμπτη πιο συχνή αιτία θανάτου παγκοσμίως, ενώ τα ποσοστά θνησιμότητας από τη νόσο αναμένεται να αυξηθούν κατά 30% μέσα στην επόμενη δεκαετία.2

Σταδιοποίηση: Στο πλαίσιο του ελέγχου της αναπνευστικής λειτουργίας η σπιρομέτρηση είναι μια απλή, αλλά θεμελιώδης εξέταση. Σημαντική παράμετρος της σπιρομέτρησης είναι ο βίαια εκπνεόμενος όγκος στο 1ο δευτερόλεπτο (FEV1). Με βάση τον FEV1 η ΧΑΠ κατηγοριοποιείται σε τέσσερα στάδια 5,6 όπως φαίνεται και στον παρακάτω πίνακα.



Η τακτική σωματική άσκηση, καθώς και η διεξαγωγή διάφορων αναπνευστικών ασκήσεων αποτελούν δυο από τις σημαντικότερες θεραπευτικές προσεγγίσεις της νόσου. Η συστηματική άσκηση έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο αφού βελτιώνει την ικανότητα για άσκηση, αυξάνει τη μυϊκή μάζα και την λειτουργική ικανότητα των μυών, μειώνει τη δύσπνοια προσπάθειας και βελτιώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών όλων των σταδίων της ΧΑΠ. Βασικός στόχος των συγκεκριμένων παρεμβάσεων είναι η βαθμιαία ενίσχυση της αντοχής του ατόμου στην άσκηση, καθώς και η ενδυνάμωση των αναπνευστικών μυών. Πιο συγκεκριμένα, η τακτική άσκηση βοηθά στην ενδυνάμωση των σκελετικών μυών και της καρδιαγγειακής λειτουργίας με επακόλουθη μείωση της αναπνευστικής δυσχέρειας και κόπωσης κατά τη σωματική δραστηριότητα. Σύμφωνα με μελέτες7-11,13, τόσο η αερόβια άσκηση, όσο και οι ασκήσεις αντιστάσεων μπορούν να ωφελήσουν σημαντικά τους ασθενείς με ΧΑΠ μέσω μείωσης της δύσπνοιας και ενίσχυσης της ποιότητας ζωής αυτών των ατόμων. Ενώ παράλληλα, ασκήσεις διατάσεων, φαίνεται πως, βοηθούν στην ενίσχυση της ευελιξίας και της ζωτικής χωρητικότητας των αναπνευστικών μυών. O συνδυασμός ενός προγράμματος ενδυνάμωσης και ενός προγράμματος αερόβιας προπόνησης φαίνεται ότι αποτελεί τον ιδανικότερο συνδυασμό. Μετα-αναλύσεις μελετών7,9 βρήκαν ότι, η τακτική σωματική δραστηριότητα μείωσε σε σημαντικό ποσοστό την εμφάνιση επεισοδίων έξαρσης στα άτομα με ΧΑΠ που ασκούνταν, σε σύγκριση με ασθενείς που δεν ασκούνταν. Αναφορικά με το είδος της άσκησης, το περπάτημα και η ποδηλασία αναδείχθηκαν ως οι προτιμότερες αερόβιες ασκήσεις, ενώ τα ελεύθερα βάρη και οι ασκήσεις αντιστάσεων με λάστιχα ως οι καταλληλότερες ασκήσεις αντιστάσεων.8,10,11 Ενώ, η συχνότητα της σωματικής δραστηριότητας στις περισσότερες μελέτες κυμάνθηκε από 2 φορές την εβδομάδα έως και 2 φορές ημερησίως.8,10,13 Η δημιουργία ενός πολυδιάστατου προγράμματος άσκησης θα πρέπει να ξεκινάει με την μεθοδική και αποτελεσματική αξιολόγηση των χαρακτηριστικών του κάθε ασθενούς σύμφωνα με τις ατομικές του ικανότητες και ανάγκες.

Η εμφάνιση της δυναμικής πνευμονικής υπερδιάτασης, ο αυξημένος νεκρός χώρος και η αυξημένη κατανάλωση ενέργειας των αναπνευστικών μυών οδηγεί σε μείωση των αναπνευστικών εφεδρειών και αύξηση του αισθήματος δύσπνοιας κατά την άσκηση. Η εκτέλεση αναπνευστικών ασκήσεων θεωρείται εξίσου σημαντική με την ενσωμάτωση της φυσικής δραστηριότητας στην καθημερινότητα των ατόμων με ΧΑΠ Με βάση τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε την ανάγκη για προπόνηση των αναπνευστικών μυών σε ασθενείς με έντονη μυϊκή αδυναμία με στόχο τη μείωση της δύσπνοιας12. Οι ασκήσεις αυτές ενδυναμώνουν τους αναπνευστικούς μύες και μειώνουν την προσπάθεια κατά την αναπνοή. Συστήνεται να γίνονται 3-4 φορές ημερησίως με διάρκεια 5-10 λεπτών κάθε φορά. Η αναπνοή με «σουφρωμένα» χείλη και η διαφραγματική αναπνοή αποτελούν τις κύριες αναπνευστικές ασκήσεις.3,4 Στο ακόλουθο διάγραμμα (Διάγραμμα 1) αναφέρεται συνοπτικά ο τρόπος διεξαγωγής των αναπνευστικών ασκήσεων.14


Η μακρόχρονη αυτο-φροντίδα των ασθενών με χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις είναι μια πολυδιάστατη διαδικασία, η οποία διενεργείται με την εκπαίδευση τους, ώστε να γνωρίζουν οι ίδιοι πώς να φροντίζουν τον εαυτό τους και πώς να αναγνωρίζουν εγκαίρως τα πρώιμα συμπτώματα της παρόξυνσης ή της όποιας σοβαρής επιδείνωσης της υγείας τους. Αυτή η διαδικασία εκπαίδευσης είναι εξατομικευμένη στις ανάγκες και τις ικανότητες του κάθε ασθενή και σκοπεύει στην ταυτόχρονη βελτίωση της σωματικής και ψυχολογικής του κατάστασης.

Συνεπώς, τα άτομα με ΧΑΠ θα πρέπει να ακολουθούν συστηματικά ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα σωματικής δραστηριότητας, ενώ ταυτόχρονα να εκτελούν καθημερινά τις αναπνευστικές ασκήσεις, έτσι ώστε να ενδυναμωθούν οι αναπνευστικοί μύες και η αναπνοή να γίνεται με μεγαλύτερη ευκολία, μειώνοντας τη δύσπνοια και τα παροξυσμικά επεισόδια. Σε αυτό το σημείο παρατίθονται ορισμένες χρήσιμες συμβουλές15 σχετικά με την ένταξη της σωματικής δραστηριότητας στην καθημερινότητα ενός ατόμου με ΧΑΠ:

  • Συμβουλευτείτε τον ιατρό σας πριν την έναρξη ενός συστηματικού προγράμματος άσκησης και λαμβάνεται τη φαρμακευτική αγωγή που σας έχει συστήσει.
  • Τα οφέλη της σωματικής άσκησης εμφανίζονται, συνήθως, μακροπρόθεσμα, μέσα σε διάστημα περίπου 3-6 μηνών.
  • Το πρόγραμμα σωματικής δραστηριότητας θα πρέπει να ρυθμίζεται αναλόγως των καιρικών συνθηκών ή αλλαγών στην εμφανιζόμενη συμπτωματολογία της νόσου. Ειδικότερα, αποφύγεται την άσκηση στην ύπαιθρο όταν η ποιότητα αέρα δεν είναι η βέλτιστη (π.χ. πολλή υγρασία, αιθαλομίχλη, καπνός) ή όταν οι καιρικές συνθήκες είναι άσχημες. Αποφύγετε την άσκηση πολύ νωρίς το πρωί. Ο κρύος αέρας μπορεί να επάγει στένωση των αεροφόρων οδών με επιδείνωση της δύσπνοιας και του βήχα.
  • Σε περίπτωση αποχής από σωματική δραστηριότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, ξεκινήστε με σύντομες συνεδρίες άσκησης (10-15 λεπτά) και προσθέστε 5 λεπτά στην επόμενη συνεδρία. Σταδιακά, προσπαθείστε να τηρείται ένα πρόγραμμα σωματικής δραστηριότητας 30 λεπτών την ημέρα για τις περισσότερες ημέρες της εβδομάδας (3-4 φορές την εβδομάδα).
  • Τα διαλείμματα είναι αναγκαία κατά τη διάρκεια της σωματικής δραστηριότητας, ειδικά σε περίπτωση που νιώσετε έντονη κόπωση.
  • Η ένταση και η διάρκεια της άσκησης θα αυξάνεται σταδιακά με την πάροδο των εβδομάδων. Ξεκινώντας την πρώτη εβδομάδα με 10λεπτο περπάτημα.
  • Η αερόβια άσκηση (περπάτημα, ποδηλασία, κολύμβηση) προτείνεται να είναι μέτριας έντασης με διάρκεια 30-60 λεπτών.
  • Οι ασκήσεις αντίστασης (ήπιας έντασης) προτείνεται να γίνονται 2 φορές την εβδομάδα, ενώ θα αφήνεται τουλάχιστον μια ημέρα κενή μεταξύ των συνεδριών. Ξεκινήστε με 10-15 επαναλήψεις και προοδευτικά μπορείτε να φθάσετε τις 15-20 επαναλήψεις.
  • Αποφύγεται να κρατάτε την αναπνοή σας κατά την άρση βάρους.
  • Η επαρκής ενυδάτωση είναι άκρως σημαντική, τόσο πριν και κατά τη διάρκεια, όσο και μετά το τέλος της άσκησης.

Δρ. Mπάρδης Κων/νος – Επιστημονικός Υπεύθυνος Nutrilab – Διδάκτωρ Eπιστήμης Διαιτολογίας & Διατροφής Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας των ΗΠΑ – Human Performance Lab Μάστερ Εργοφυσιολογίας MSc
Δρ. Μαρούλα Βασιλοπούλου - Κλινική Εργοφυσιολόγος- Υπεύθυνη αξιολόγησης αναπνευστικής και λειτουργικής ικανότητας- Διδάκτωρ Ερφοφυσιολογίας Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών - Μάστερ Εργοφυσιολογίας MSc.
E-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666


Αναφορές

  1. Vestbo J. Clinical assessment, staging, and epidemiology of chronic obstructive pulmonary disease exacerbations. Proc Am Thorac Soc. 2006;3(3):252-256.
  2. World Health Organization. Programmes and projects: Chronic Respiratory Diseases: Burden of COPD Web page. Geneva, Switzerland: World Health Organization; 2011. Available from: http://www.who.int/
  3. Andreoli TE, Benjamin I, Griggs RC, Carpenter CCJ. Andreoli and carpenter’s Cecil essentials of medicine: With STUDENT CONSULT online access (Cecil essentials of medicine). 7th ed. Philadelphia: Elsevier Health Sciences; 2010.
  4. Lemone P, Burke K. Παθολογική-Χειρουργική νοσηλευτική. Κριτική Σκέψη κατά τη Φροντίδα του Ασθενούς. Τόμος ΙΙ. 3η εκδ. Αθήνα: Ιατρικές εκδόσεις Λαγός Δημήτριος; 2006.
  5. Nici, L., Donner, C., Wouters, E., Zuwallack, R., Ambrosino, N., Bourbeau, J., et al. (2006). American Thoracic Society/European Respiratory Society statement on pulmonary rehabilitation. Am J Respir Crit Care Med, 173(12), 1390-1413.
  6. Rabe, K. F., Hurd, S., Anzueto, A., Barnes, P. J., Buist, S. A., Calverley, P., et al. (2007). Global strategy for the diagnosis, management, and prevention of chronic obstructive pulmonary disease: GOLD executive summary. Am J Respir Crit Care Med, 176(6), 532-555.
  7. Puhan MA, Scharplatz M, Troosters T, Walters EH, Steurer J. Pulmonary rehabilitation following exacerbations of chronic obstructive pulmonary disease. Cochrane Database Syst Rev. 2009; (1):CD005305.
  8. Lacasse Y, Goldstein R, Lasserson TJ, Martin S. Pulmonary rehabilitation for chronic obstructive pulmonary disease. Cochrane Database Syst Rev. 2006;(4):CD003793.
  9. McCarthy B, Casey D, Devane D, Murphy K, Murphy E, Lacasse Y. Pulmonary rehabilitation for chronic obstructive pulmonary disease. The Cochrane Library. 2015.
  10. Vieira DS, Maltais F, Bourbeau J. Home-based pulmonary rehabilitation in chronic obstructive pulmonary disease patients. Curr Opin Pulm Med. 2010;16(2):134-143.
  11. Salman GF, Mosier MC, Beasley BW, Calkins DR. Rehabilitation for patients with chronic obstructive pulmonary disease: meta-analysis of randomized controlled trials. J Gen Intern Med. 2003;18(3): 213-221.
  12. Lotters, F., van Tol, B., Kwakkel, G., & Gosselink, R. (2002). Effects of controlled inspiratory muscle training in patients with COPD: a meta-analysis. Eur Respir J, 20(3), 570-576.
  13. Borghi-Silva A, Arena R, Castello V, Simoes RP, Martins LEB, Catai AM, Costa D. Aerobic exercise training improves autonomic nervous control in patients with COPD. Respiratory medicine. 2009;103(10):1503-1510.
  14. Ratini Μ. COPD and Exercise: Breathing and Exercise Programs for COPD. Available at: http://www.webmd.com; 2014.
  15. Pescatello L, Arena R, Riebe D, Thompson P. General Principles of Exercise Prescription. In ACSM’s Guidelines for Exercise Testing and Prescription. 9th ed. Philadelphia: Wolters Kluwer Health/Lippincott Williams & Wilkins; 2013.
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
Monday, 06 March 2017 09:37

Dr. Maroula Vasilopoulou

Dr. Maroula Vasilopoulou
Dr. Maroula Vasilopoulou was born in 1984 in Athens. In 2011 she completed her master degree at Biology of Exercise in Department of Physical Education and Sports Science in Ergophysiology, while in 2016 she completed her PhD studies at the same department with excellent grade. Her professional career began in 2006 as Exercise Physiology-Clinical Exercise Physiology in pulmonary rehabilitation programs for patients with chronic diseases. She has participated in several clinical studies in patients with chronic diseases and in athletes. She also has publications in international journals in the field Ergophysiology, pulmonary rehabilitation, tele-rehabilitation and chronic care as well as numerous presentations in international conferences, where she has been awarded.
Published in Team
Tagged under
Read more...
Thursday, 02 February 2017 13:37

Η προσπάθεια διακοπής του καπνίσματος και η αναγκαιότητά της σε άτομα με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια: Χρήσιμες συμβουλές.

Η προσπάθεια διακοπής του καπνίσματος και η αναγκαιότητά της σε άτομα με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια: Χρήσιμες συμβουλές.

Το κάπνισμα αποτελεί ένα είδος απόλαυσης για τους περισσότερους καπνιστές, ειδικά, κατά την έναρξη αυτής της συνήθειας. Παρόλα αυτά, η συνήθεια αυτή οδηγεί, μακροχρόνια, στην εμφάνιση διαταραχών του αναπνευστικού συστήματος που μπορούν να γίνουν έως και απειλητικές για τη ζωή. Ειδικότερα, η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) αποτελεί μια βραδέως εξελισσόμενη απόφραξη των αεροφόρων οδών και χαρακτηριστικό νόσημα των χρόνιων καπνιστών. Τυπικά, η ΧΑΠ περιλαμβάνει δυο διαφορετικές παθοφυσιολογικές διεργασίες, αφενός τη χρόνια βρογχίτιδα και αφετέρου το εμφύσημα. Συνήθως όμως επικρατεί το ένα από τα δυο στοιχεία της. Συχνά συνυπάρχει και χρόνιο βρογχικό άσθμα. Οι εισπνεόμενες ερεθιστικές ουσίες του καπνού προκαλούν χρόνια φλεγμονή με αγγειοδιαστολή, συμφόρηση και οίδημα του βλεννογόνου των βρόγχων.1,2 Με διαφορετικό μηχανισμό δημιουργίας, κάθε είδος διαταραχής της ομοιοστατικής λειτουργίας των βρογχικών και κυψελιδικών βλεννογόνων οδηγεί μακροχρόνια στη στένωση των αεροφόρων οδών και της παραγωγής άφθονων εκκρίσεων που παρεμποδίζουν την αναπνοή. Η διάγνωση της χρόνιας βρογχίτιδας και του εμφυσήματος καθίσταται ικανή μετά τη διεξαγωγή ειδικών κλινικών δοκιμασιών όπως, δοκιμασίες αναπνευστικής λειτουργίας, σπινθηρογράφημα αερισμού-αιμάτωσης, προσδιορισμός επιπέδων α1-αντιθρυψίνης ορού, αέρια αρτηριακού αίματος, παλμική οξυμετρία, μέτρηση του εκπνεόμενου διοξειδίου του άνθρακα (καπνογράφημα) και ακτινογραφία θώρακα.2


Η διακοπή του καπνίσματος δίνει τη δυνατότητα στο άτομο να προλάβει την εμφάνιση ΧΑΠ, αλλά και να βελτιώσει την αναπνευστική του λειτουργία ακόμη και όταν η νόσος έχει ήδη διαγνωσθεί. Έχει παρατηρηθεί σημαντική βελτίωση όλων των κλινικών χαρακτηριστικών του ασθενούς με διακοπή του καπνίσματος.2 Παρόλα αυτά, η διακοπή του καπνίσματος, ειδικά στους χρόνιους καπνιστές, χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά δύσκολη και επίπονη. Πολλές μέθοδοι διακοπής του καπνίσματος έχουν προταθεί τις τελευταίες δεκαετίες, με εκείνη της φαρμακευτικής αγωγής να κατέχει εξέχουσα θέση στις προτιμήσεις των περισσότερων επαγγελματιών υγείας. Η φαρμακευτική αγωγή διακοπής του καπνίσματος έγκειται σε θεραπεία αντικατάστασης της νικοτίνης και το σύνολο των σκευασμάτων δρα στοχευμένα στο κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) του ανθρώπου με αποτέλεσμα την εκδήλωση αρκετών ανεπιθύμητων ενεργειών κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Φάρμακα που δρούν ως αντικαταστάτες της νικοτίνης (π.χ. εισπνεόμενα ή αυτοκόλλητα νικοτίνης), εκλεκτικοί αναστολείς της νευρωνικής επαναπρόσληψης των κατεχολαμινών (βουπροπιόνη) και μερικοί αγωνιστές των α4β2 νευρωνικών νικοτινικών υποδοχέων της ακετυλχολίνης (βαρενικλίνη) συμπεριλαμβάνονται στην προτεινόμενη θεραπεία διακοπής του καπνίσματος. Οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες των εν λόγω φαρμάκων είναι γαστρεντερικά προβλήματα, πονοκέφαλοι, ναυτία, ευερεθιστότητα, αϋπνία και ξηροστομία. Ενώ, άτομα με καρδιαγγειακά προβλήματα θα πρέπει να συμβουλευτούν τον ιατρό τους πριν την έναρξη αυτού του είδους της φαρμακευτικής αγωγής.3


Η βαρενικλίνη (champix) αποτελεί ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα φάρμακα διακοπής του καπνίσματος, καθώς πέραν των προαναφερόμενων ανεπιθύμητων ενεργειών, έχει συσχετισθεί και με την εμφάνιση κατάθλιψης και αυτοκτονικού ιδεασμού. Το συγκεκριμένο φάρμακο προτείνεται να αποφεύγεται σε άτομα με ψυχικές διαταραχές και αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο.3 Παρόλα αυτά, ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΟΦ) στηριζόμενος σε μετα-ανάλυση 14 κλινικών παρεμβατικών μελετών4 υποστηρίζει ότι, τα οφέλη της βαρενικλίνης ως φάρμακο διακοπής καπνίσματος υπερτερούν της ελαφρώς αυξημένης εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων. Παράλληλα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (European Medicines Agency) έχει επιβεβαιώσει ότι, η σχέση οφέλους-κινδύνου για το Champix παραμένει θετική. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη5, οι συμμετέχοντες που χρησιμοποίησαν βαρενικλίνη για διακοπή του καπνίσματος απήχαν από το κάπνισμα με συνεχόμενο ρυθμό για 15-24 εβδομάδες κατά 25,2% περισσότερο σε σύγκριση με αυτούς που δεν έλαβαν αγωγή. Ακόμη, φάνηκε πως οι χρήστες βαρενικλίνης κατάφεραν να απέχουν από το κάπνισμα για έως και 1 χρόνο κατά 17% περισσότερο από τη μη ύπαρξη αγωγής. Ανεπιθύμητες ενέργειες εμφανίστηκαν σε μεγαλύτερο βαθμό στους χρήστες βαρενικλίνης μόλις κατά 1,5%, σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.5 Άλλη μελέτη6 βρήκε ότι, 42,3% άτομα με ήπιας ή μέτριας μορφής ΧΑΠ κατάφεραν να σταματήσουν το κάπνισμα με χρήση βαρενικλίνης, ενώ 18,6% αυτών απήχαν από το κάπνισμα για διάστημα 1 έτους. Επισημαίνεται ότι, μελέτη7 που εκτίμησε το ποσοστό αποχής από το κάπνισμα και των αλλαγών στη συμπεριφορά σε καπνιστές με κατάθλιψη που πήραν βαρενικλίνη, έναντι αυτών που δεν πήραν, βρήκε αυξημένη αποτελεσματικότητα του φαρμάκου χωρίς ταυτόχρονη επιδείνωση της κατάθλιψης και των αγχωδών διαταραχών.


Παρόλα αυτά, η ενσυναίσθηση του ατόμου απέναντι στην αναγκαιότητα διακοπής του καπνίσματος, ειδικά σε περιπτώσεις χρόνιας βρογχίτιδας, εμφυσήματος ή άσθματος είναι ο βασικότερος θεραπευτικός παράγοντας. Μελέτη8 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, το υψηλό κίνητρο διακοπής του καπνίσματος αποτελεί το σημαντικότερο παράγοντα επιτυχούς αποχής από το κάπνισμα. Επομένως, η επιτυχής διακοπή του καπνίσματος έγκειται κατά κύριο λόγο στη λήψη ενεργού ρόλου απέναντι στο πρόβλημα και περιορίζει τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής. Στο σημείο αυτό ακολουθούν ορισμένες χρήσιμες συμβουλές για τη διακοπή του καπνίσματος:

  • Εκτιμήστε την κατάσταση της υγείας σας και αναλογιστείτε την αναγκαιότητα διακοπής του καπνίσματος, ειδικά εάν πάσχετε από χρόνια βρογχίτιδα, εμφύσημα ή άσθμα.
  • Καλό θα είναι να νιώθετε απόλυτα σίγουρος/η ως προς την απόφαση διακοπής του καπνίσματος, έτσι ώστε να έχετε πιο ισχυρή θέληση και η προσπάθεια να είναι πιο εύκολη για εσάς.
  • Η ύπαρξη ισχυρής θέλησης σχετίζεται με αυξημένα ποσοστά επιτυχίας, ακόμη και χωρίς τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής υποκατάστασης της νικοτίνης.
  • Συμβουλευτείτε τον ιατρό σας σε περίπτωση που έχετε κάποιο καρδιαγγειακό ή ψυχιατρικό νόσημα, ως προς την απόφαση λήψης βαρενικλίνης (champix).
  • Η καθημερινή προσκόλληση σε μια ισορροπημένη διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά, θα βοηθήσει τον οργανισμό να προσλάβει όλες τις απαραίτητες βιταμίνες και ιχνοστοιχεία, έτσι ώστε να ενισχυθεί η προσπάθεια διακοπής του καπνίσματος. Παράλληλα, προτιμήστε κιτρώδη φρούτα, όπως πορτοκάλια και γκρέιπφρουτ.
  • Η κατανάλωση 2-3 μερίδων λιπαρών ψαριών (σολομού, σαρδέλλα, σκουμπρί, φαγκρί) ή η λήψη συμπληρωμάτων διατροφής λιπαρών ω-3, φαίνεται πως, βοηθά στη διαδικασία διακοπής του καπνίσματος.9
  • Η επαρκής ενυδάτωση με κατανάλωση νερού ανά τακτά χρονικά διαστήματα βοηθά στην ενίσχυση της ευεξίας και του κορεσμού με αποτέλεσμα να μην επικεντρώνεστε στην απώλεια του τσιγάρου.
  • Η καθημερινή σωματική δραστηριότητα κρίνεται απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού. Πιο συγκεκριμένα, 30-45 λεπτά καθημερινής κολύμβησης σε συνδυασμό με έναν απογευματινό ή βραδινό περίπατο 15 λεπτών αποτελούν ιδανική επιλογή για τη διατήρηση επαρκών επιπέδων σωματικής δραστηριότητας.
  • Αποφύγετε την συχνή και αυξημένη κατανάλωση γλυκών, καθώς οι απότομες διακυμάνσεις της γλυκόζης στο αίμα μπορεί να ενισχύσουν την επιθυμία να καπνίσετε. Για τον ίδιο λόγο, προτιμήστε τρόφιμα ολικής αλέσεως με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη.

Δρ. Mπάρδης Κων/νος – Επιστημονικός Υπεύθυνος Nutrilab – Διδάκτωρ Eπιστήμης Διαιτολογίας & Διατροφής Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας των ΗΠΑ – Human Performance Lab Μάστερ Εργοφυσιολογίας MSc
E-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666


Αναφορές
  1. Andreoli TE, Benjamin I, Griggs RC, Carpenter CCJ. Andreoli and carpenter’s Cecil essentials of medicine: With STUDENT CONSULT online access (Cecil essentials of medicine). 7th ed. Philadelphia: Elsevier Health Sciences; 2010.
  2. Lemone P, Burke K. Παθολογική-Χειρουργική νοσηλευτική. Κριτική Σκέψη κατά τη Φροντίδα του Ασθενούς. Τόμος ΙΙ. 3η εκδ. Αθήνα: Ιατρικές εκδόσεις Λαγός Δημήτριος; 2006.
  3. Smalls TD, Broughton AD, Hylick EV, Woodard TJ. Providing medication therapy management for smoking cessation patients. Journal of pharmacy practice. 2015;28(1):21-25.
  4. Singh S, Loke YK, Spangler JG, Furberg CD. Risk of serious adverse cardiovascular events associated with varenicline: a systematic review and meta-analysis. Canadian Medical Association Journal. 2011;183(12):1359-1366.
  5. Ebbert JO, Hughes JR, West RJ, Rennard SI, Russ C, McRae TD et al. Effect of varenicline on smoking cessation through smoking reduction: a randomized clinical trial. Jama. 2015; 313(7):687-694.
  6. Tashkin DP, Rennard S, Hays JT, Ma W, Lawrence D, Lee TC. Effects of varenicline on smoking cessation in patients with mild to moderate COPD: a randomized controlled trial. Chest Journal. 2011;139(3):591-599.
  7. Anthenelli RM, Morris C, Ramey TS, Dubrava SJ, Tsilkos K, Russ C, Yunis C. Effects of Varenicline on Smoking Cessation in Adults With Stably Treated Current or Past Major Depression A Randomized Trial. Annals of internal medicine. 2013;159(6):390-400.
  8. Gratziou C, Florou A, Ischaki E, Eleftheriou K, Sachlas A, Bersimis S, Zakynthinos S. Smoking cessation effectiveness in smokers with COPD and asthma under real life conditions. Respiratory medicine. 2014;108(4), 577-583.
  9. Rabinovitz S. Effects of omega-3 fatty acids on tobacco craving in cigarette smokers: A double-blind, randomized, placebo-controlled pilot study. Journal of Psychopharmacology. 2014; 28(8), 804-809.
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
Friday, 27 January 2017 12:47

Ο ρόλος της βιταμίνης D στην ενίσχυση της αθλητικής απόδοσης και της μείωσης του απαιτούμενου χρόνου αποκατάστασης των μυϊκών ομάδων.

Ο ρόλος της βιταμίνης D στην ενίσχυση της αθλητικής απόδοσης και της μείωσης του απαιτούμενου χρόνου αποκατάστασης των μυϊκών ομάδων.

Η βιταμίνη D έχει συσχετισθεί στενά, μέσω παθοφυσιολογικών μηχανισμών με τη σκελετική ανάπτυξη και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των οστών. Δομικά, αποτελεί μια λιποδιαλυτή βιταμίνη, η οποία συντίθεται στον οργανισμό, κυρίως, μέσω της απορρόφησης της ηλιακής υπεριώδους ακτινοβολίας από το δέρμα, αλλά και από ορισμένες τροφές πλούσιες σε βιταμίνη D.1 Οι δύο μορφές της βιταμίνης D είναι η εργοκαλσιφερόλη (βιταμίνη D2), η πιο συνηθισμένη μορφή της βιταμίνης στα τρόφιμα και συμπληρώματα διατροφής, και η χοληκαλσιφερόλη (βιταμίνη D3), η οποία συντίθεται στους σμηγματογόνους αδένες του δέρματος από την 7-δεϋδρο-χοληστερόλη, μέσω της έκθεσης του ατόμου στην υπεριώδη ηλιακή ακτινοβολία.1,2 Ο μηχανισμός σύνθεσης της βιταμίνης D με τη βοήθεια της ηλιακής ακτινοβολίας, καθώς και ο μεταβολισμός των πρόδρομων μορφών της βιταμίνης, που προέρχονται από την τροφή ή την ηλιακή ακτινοβολία, απεικονίζονται στο ακόλουθο διάγραμμα (Διάγραμμα 1)3. Επισημαίνεται ότι, η σημαντικότερη ποσότητα βιταμίνης D στον οργανισμό προέρχεται από τη βιοσύνθεσή της, μέσω της ηλιακής ακτινοβολίας, και όχι τόσο από τη διαιτητική της πρόσληψη μέσω των τροφίμων. Ειδικότερα, 10 λεπτά έκθεσης στον καλοκαιρινό ήλιο σε πρόσωπο και χέρια ισοδυναμούν με παραγωγή 400 IU χοληκαλσιφερόλης.1

Διάγραμμα 1: Μεταβολισμός της προβιταμίνης D3 στον κύριο μεταβολίτη της βιταμίνης D (25-ΟΗ- D3 ή καλσιδιόλη) και μετέπειτα στη δραστική μορφή της βιταμίνης [1,25-(ΟΗ)2- D3 ή καλσιτριόλη].


Σύμφωνα με το Institute of Medicine4, οι ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού σε βιταμίνη D αυξάνονται με την πάροδο της ηλικίας φθάνοντας στις μέγιστες τιμές μετά την ηλικία των 70 ετών, καθώς οι ανάγκες στους ηλικιωμένους αυξάνονται έως και 66%, σε σύγκριση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Στον ακόλουθο πίνακα (Πίνακας 1), συνοψίζονται οι ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού σε βιταμίνη D, σύμφωνα με την ηλικία του ατόμου, τόσο στο γενικό πληθυσμό, όσο και στον πληθυσμό που βρίσκεται σε κίνδυνο έλλειψης βιταμίνης.5 Κρίνεται απαραίτητο να επισημανθεί ότι, οι συνιστώμενες ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού σε βιταμίνη D παρουσιάζουν σημαντική διακύμανση μεταξύ των διεθνών ινστιτούτων διατροφής, καθώς η Αμερικάνικη Ενδοκρινολογική Εταιρεία (Endocrine Practice Guidelines Committee) συνιστά πολύ υψηλότερες τιμές ημερήσιας πρόσληψης βιταμίνης D σε άτομα με κίνδυνο έλλειψης, σε σύγκριση με τις αντίστοιχες τιμές του Αμερικάνικου Ινστιτούτου Ιατρικής (Institute of Medicine) για ολόκληρο τον πληθυσμό.5 Παρόλα αυτά, καθίσταται κοινά αποδεκτό το γεγονός ότι, η μειωμένη ημερήσια πρόσληψη βιταμίνης D σχετίζεται με μειωμένα επίπεδα βιταμίνης στον ορό του ανθρωπίνου πλάσματος, το οποίο οδηγεί μακροχρόνια σε οστεομαλακία, οστεοπόρωση και κατάγματα (ειδικά στους ηλικιωμένους με οστεοπόρωση).1 Επίσης, η έλλειψη βιταμίνης D σχετίζεται με νευρολογικές διαταραχές (κατάθλιψη, έκπτωση νοητικής λειτουργίας, αυτοκτονικός ιδεασμός) και μυϊκή αδυναμία.3 Οι αθλητές θεωρούνται ως μια από τις υψηλές ομάδες κινδύνου για ανάπτυξη έλλειψης βιταμίνης D, λόγω της έντονης ενζυμικής λειτουργίας στον μυϊκό ιστό τους.3

Πίνακας 1: Ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού σε βιταμίνη D.


Αναφορικά με την ομάδα των αθλητών, η βιταμίνη D αποτελεί μια εξαιρετικά σημαντική βιταμίνη, καθώς αρκετές μελέτες6-11 έχουν συσχετίσει τα υψηλά επίπεδα βιταμίνης στον ορό των αθλητών με συνακόλουθη αύξηση της αθλητικής απόδοσής τους. Ο βασικότερος μηχανισμός δράσης της βιταμίνης D ως εργογόνο συμπλήρωμα στηρίζεται στην ύπαρξη υποδόχεων βιταμίνης στον καρδιακό μυ, καθώς και στις λείες μυϊκές ίνες των αγγείων, με αποτέλεσμα την αύξηση της μέγιστης πρόσληψης οξυγόνου (VO2max) και την επίτευξη της βέλτιστης δυνατής οξυγόνωσης του οργανισμού.12 Σύμφωνα με μελέτη9 σε ποδοσφαιριστές, η ομάδα παρέμβασης που κατανάλωνε ημερησίως 5000 IU βιταμίνης D για 8 εβδομάδες είχε σημαντικότερη βελτίωση του χρόνου ολοκλήρωσης των δεκάμετρων σπριντ (10-m sprint), σε σύγκριση με τα άτομα που δεν έλαβαν βιταμίνη. Παράλληλα, άλλη μελέτη13 βρήκε ότι, οι συμμετέχοντες που λάμβαναν 4000 IU βιταμίνης D για 35 ημέρες παρουσίασαν ταχύτερη αποκατάσταση των καταπονηθέντων μυϊκών ομάδων αμέσως μετά την άσκηση, κατά 26%, σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που δεν έλαβαν βιταμίνη. Παρόλα αυτά, η επίδραση της βιταμίνης D στη βράχυνση του χρόνου αποκατάστασης της φυσικής κατάστασης των αθλητών επιδέχεται περαιτέρω επιστημονικής διερεύνησης.3

Η βέλτιστη δόση βιταμίνης D για την επίτευξη της μέγιστης αθλητικής απόδοσης παραμένει ακόμη ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη και χρήζει μεγαλύτερης επιστημονικής μελέτης. Παρόλα αυτά, η τήρηση επιπέδων βιταμίνης D ορού πάνω από 100 nmol/L ενδέχεται να επιφέρει σημαντικά οφέλη στους αθλητές ως προς τη βελτίωση της αθλητικής τους απόδοσης και της αποκατάστασής τους. Στο σύνολο των μελετών που ανίχνευσε βελτίωση της αθλητικής απόδοσης με ταυτόχρονη πρόσληψη βιταμίνης D, η ημερήσια ποσότητα προσλαμβανόμενης βιταμίνης κυμάνθηκε από 600 έως 2000IU, επίπεδα πολύ υψηλότερα των συνιστώμενων.3 Στο ακόλουθο διάγραμμα (Διάγραμμα 2), παρουσιάζονται τα τρόφιμα που είναι καλές πηγές βιταμίνης D. Καθίσταται εμφανές ότι, μια διατροφή πλούσια σε αυτά τα τρόφιμα μπορεί να βοηθήσει στην εκπλήρωση των αντίστοιχων συστάσεων, όμως ενδέχεται να κρίνεται ανεπαρκής σε ομάδες, που χρήζουν περαιτέρω αύξησης της πρόσληψης, μέσω συμπληρωμάτων βιταμίνης D (π.χ. αθλητές, μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, παιδιά σε χώρες με μικρό ποσοστό ηλιοφάνειας). Παράλληλα, η επαρκής ημερήσια πρόσληψη βιταμίνης Κ κρίνεται εξαιρετικά σημαντική, καθώς υψηλές δόσεις βιταμίνης D με ταυτόχρονη ανεπάρκεια βιταμίνης Κ οδηγούν σε υψηλή τοξικότητα της βιταμίνης D στον οργανισμό. Οι συνιστώμενες ημερήσιες δόσεις βιταμίνης Κ κυμαίνονται από 50-1000mcg.14 Οι μορφές της βιταμίνης Κ που υπάρχουν στη φύση είναι οι φυλλοκινόνες (Κ1), που υπάρχουν σε φυτικά τρόφιμα όπως, πράσινα φυλλώδη λαχανικά (μπρόκολο, σπανάκι, λάχανο, μαρούλι, λαχανάκια Βρυξελλών), σχεδόν όλα τα φρούτα, όσπρια (φασόλια), και οι μενακινόνες (Κ2), που υπάρχουν σε ζωϊκά προϊόντα, όπως ψάρια, κρέας, αυγά, βούτυρο, γάλα και τυρί.1 Παλαιότερη μελέτη15 βρήκε ότι, η ημερήσια πρόσληψη 10mg βιταμίνης Κ1 (μέσω συμπληρωμάτων διατροφής) μπορεί να αποδειχθεί αρκετά ωφέλιμη σε αθλήτριες-δρομείς μαραθωνίου ως προς την πρόληψη της απώλειας οστικής μάζας.

Διάγραμμα 2: Τα επίπεδα βιταμίνης D στα τρόφιμα, εμπλουτισμένα και μη.


Εν κατακλείδι, η ημερήσια πρόσληψη μεγάλων δόσεων βιταμίνης D3 (πάνω από τα ημερήσια συνιστώμενα επίπεδα για το γενικό πληθυσμό) ενδέχεται να αποφέρει σημαντικά οφέλη στους αθλητές ως προς την ενίσχυση της αθλητικής τους απόδοσης και της βράχυνσης του χρόνου αποκατάστασης μετά την προπόνηση. Παρόλα αυτά, οι εξαιρετικά μεγάλες δόσεις βιταμίνης D (>10.000 IU) ενδέχεται να είναι τοξικές για τον οργανισμό (π.χ. δημιουργία νεφρικών λίθων, προώθηση αθηροσκλήρωσης), ειδικά σε ταυτόχρονη έλλειψη βιταμίνης Κ. Βασιζόμενοι στα υπάρχοντα ερευνητικά δεδομένα, η ημερήσια πρόσληψη 4000-5000 IU βιταμίνης D3 σε συνδυασμό με 50-1000 mcg βιταμίνης Κ, φαίνεται πως, μπορεί να βελτιώσει την αθλητική απόδοση των αθλητών με ασφάλεια, αποφεύγοντας τον κίνδυνο τοξικότητας, λόγω υπερβιταμίνωσης.


Δρ. Mπάρδης Κων/νος – Επιστημονικός Υπεύθυνος Nutrilab – Διδάκτωρ Eπιστήμης Διαιτολογίας & Διατροφής Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας των ΗΠΑ – Human Performance Lab Μάστερ Εργοφυσιολογίας MSc
E-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666


Αναφορές
  1. Gropper SS, Smith JL, Groff JL. Διατροφή και Μεταβολισμός. Τόμος 2. Επιστημονική Επιμέλεια Λάμπρος Συντώσης. Ιατρικές εκδόσεις Π.Χ. Πασχαλίδης. 2008:392-402.
  2. Jones G. Metabolism and biomarkers of vitamin D. Scand J Clin Lab Invest. 2012; 72(Suppl 243):7-13.
  3. Dahlquist DT, Dieter BP, Koehle MS. Plausible ergogenic effects of vitamin D on athletic performance and recovery. Journal of the International Society of Sports Nutrition. 2015; 12(1):1-12.
  4. Institute of Medicine. Dietary Reference Intakes: Water, Potassium, Sodium, Chloride and Sulfate. Washington, DC: National Academies Press. 2004.
  5. Holick MF, Binkley NC, Bischoff-Ferrari HA, Gordon CM, Hanley DA, Heaney RP, Murad H, Weaver CM. Evaluation, treatment, and prevention of vitamin D deficiency: an Endocrine Society Clinical Practice Guideline. J Clin Endocrinol Metab. 2011; 96:1911-1930.
  6. Gregory SM, Parker BA, Capizzi JA, Grimaldi AS, Clarkson PM, Moeckel-Cole S, et al. Changes in vitamin D are not associated with changes in cardiorespiratory fitness. Clin Med Res. 2013; 2:68.
  7. Ardestani A, Parker B, Mathur S, Clarkson P, Pescatello LS, Hoffman HJ, et al. Relation of vitamin D level to maximal oxygen uptake in adults. Am J Cardiol. 2011; 107:1246-9.
  8. Ceglia L, Niramitmahapanya S, da Silva MM, Rivas DA, Harris SS, Bischoff-Ferrari H, et al. A randomized study on the effect of vitamin D3 supplementation on skeletal muscle morphology and vitamin D receptor concentration in older women. J Clin Endocrinol Metab. 2013; 98:E1927-35.
  9. Close GL, Russell J, Cobley JN, Owens DJ, Wilson G, Fraser WD, et al. Assessment of vitamin D concentration in non-supplemented professional athletes and healthy adults during the winter months in the UK: implications for skeletal muscle function. J Sports Sci. 2013;31:344–53.
  10. Fitzgerald J, Peterson B, Warpeha J, Wilson P, Rhodes G, Ingraham S. Vitamin D status and VO2peak during a skate treadmill graded exercise test in competitive ice hockey players. J Strength Cond Res. 2014; 28:3200-5.
  11. Forney L, Earnest CC, Henagan T, Johnson L, Castleberry T, Stewart L. Vitamin D Status, Body Composition, and Fitness Measures in College-Aged Students. J Strength Cond Res. 2014; 28:814-24.
  12. Reddy Vanga S, Good M, Howard PA, Vacek JL. Role of vitamin D in cardiovascular health. Am J Cardiol. 2010;106:798-805.
  13. Barker T, Schneider ED, Dixon BM, Henriksen VT, Weaver LK. Supplemental vitamin D enhances the recovery in peak isometric force shortly after intense exercise. Nutr Metab (Lond). 2013; 10:69.
  14. Binkley NC, Krueger DC, Kawahara TN, Engelke JA, Chappell RJ, Suttie JW. A high phylloquinone intake is required to achieve maximal osteocalcin γ-carboxylation. Am J Clin Nutr. 2002; 76:1055-60.
  15. Craciun AM, Wolf J, Knapen MH, Brouns F, Vermeer C. Improved bone metabolism in female elite athletes after vitamin K supplementation. Int J Sports Med. 1998; 19:479-84.
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
Wednesday, 18 January 2017 12:21

Γνωριμία με την πρωτοποριακή ηλεκτρονική εφαρμογή του Nutrilab: Διαιτητική και εργομετρική εξατομικευμένη διαχείριση μέσα από την ηλεκτρονική συσκευή σου.

Γνωριμία με την πρωτοποριακή ηλεκτρονική εφαρμογή του Nutrilab: Διαιτητική και εργομετρική εξατομικευμένη διαχείριση μέσα από την ηλεκτρονική συσκευή σου.

Οι στρεσσογόνοι ρυθμοί της καθημερινότητας αποτελούν τον κυριότερο αιτιολογικό παράγοντα απομόνωσης της φυσικής δραστηριότητας και της σωστής διατροφής από το ημερήσιο πρόγραμμα του σύγχρονου ανθρώπου. Σε ατομικό επίπεδο, ο συνδυασμός υπερβολικής πρόσληψης ενέργειας από την υπέρμετρη κατανάλωση τροφών και τα μειωμένα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας, θεωρείται πως, αποτελούν τον κυριότερο αιτιολογικό μηχανισμό εμφάνισης της παχυσαρκίας. Με τον όρο παχυσαρκία, παραδοσιακά, θεωρείται η συσσώρευση πλεονάζουσας ενέργειας στον οργανισμό, με τη μορφή λίπους ή λιπώδους ιστού. Ενήλικες με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) μεγαλύτερο ή ίσο του 30kg/m2 και παιδιά που βρίσκονται πάνω από την 95η εκατοστιαία θέση ανάπτυξης κρίνονται ως παχύσαρκα άτομα. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας2, κατά το έτος 2014 περισσότερα από 1,9 δισεκατομμύρια και πάνω από 600 εκατομμύρια ενήλικα άτομα ήταν υπέρβαρα και παχύσαρκα, αντιστοίχως, σε παγκόσμια κλίμακα. Ενώ, κατά την ίδια χρονική περίοδο, 41 εκατομμύρια παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών ήταν υπέρβαρα, παγκοσμίως.


Αρκετές μελέτες1,3-5, έχουν αναδείξει την ισχυρή σχέση μεταξύ της ύπαρξης παχυσαρκίας και της εμφάνισης χρόνιων νοσημάτων, όπως καρδιαγγειακά νοσήματα, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 και ορισμένες μορφές καρκίνου. Επομένως, κρίνεται αναγκαία η θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της παχυσαρκίας, τόσο σε παιδιά, όσο και σε ενήλικες. Η τροποποίηση των συμπεριφορικών παραγόντων που αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα υιοθέτησης ενός υγιεινού τρόπου ζωής αποτελεί τη βασικότερη μέθοδο πρόληψης ή αντιμετώπισης της παχυσαρκίας. Πιο συγκεκριμένα, ο επαναπροσδιορισμός της συμπεριφοράς του ατόμου ως προς την τήρηση ενός σωστού διαιτολογίου και αύξησης της σωματικής δραστηριότητας αποτελεί τον κύριο στόχο της συμπεριφορικής αυτής προσέγγισης του ατόμου.6

Στην προσπάθεια κινητοποίησης του εκάστοτε ατόμου προς ανάληψη ενεργού ρόλου απέναντι στην επίτευξη ενός υγιεινού τρόπου ζωής, ανεξαρτήτως των αγχωδών συναισθημάτων που βιώνει, η επιστημονική ομάδα του Nutrilab δημιούργησε μια πρωτοποριακή ηλεκτρονική εφαρμογή, μέσω της οποίας καινοτομεί δίνοντας τη δυνατότητα στο κάθε άτομο να διατηρεί τον έλεγχο της φυσικής του κατάστασης και της διατροφής του με εξατομικευμένο τρόπο. Για να γίνει κατανοητός ο τρόπος λειτουργίας, καθώς και τα εξαιρετικά οφέλη αυτής της εφαρμογής παρατίθονται τα ακόλουθα βήματα:

  1. Αρχικά, κατεβάζετε στο κινητό σας ή σε οποιαδήποτε ηλεκτρονική συσκευή με πρόσβαση στο ίντερνετ την εφαρμογή του Nutrilab. Μόλις ολοκληρωθεί η λήψη έχετε τη δυνατότητα να προχωρήσετε σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενέργειες:
    • Ακριβής υπολογισμός του ιδανικού σωματικού βάρους σας.
    • Ακριβής υπολογισμός του ιδανικού σωματικού βάρους του παιδιού σας.
    • Ακριβής υπολογισμός των ημερήσιων ενεργειακών αναγκών σας σε θερμίδες.
    • Αξιολογείστε το επίπεδο γνώσεών σας σχετικά με τη διατροφή.


    Με αυτό τον τρόπο έχετε τη δυνατότητα να αξιολογήσετε το σωματικό σας βάρος και τη διατροφική σας κατάσταση. Παράλληλα, έχετε τη δυνατότητα να κλείσετε ηλεκτρονικά το ραντεβού σας με το πλήρως εξοπλισμένο εργομετρικό κέντρο του Nutrilab (στο πεδίο online calendar), έτσι ώστε να γίνει ακόμη πιο εξατομικευμένη και συστηματική προσέγγιση των διαιτητικών σας απαιτήσεων και να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή ενίσχυση τόσο της υγείας σας όσο και της αθλητικής σας απόδοσης.


  2. Με την επίσκεψή σας στο εργομετρικό μας κέντρο έχετε τη δυνατότητα να εγγραφτείτε ως χρήστης στην εφαρμογή του Nutrilab. Η εγγραφή σας παραχωρεί τη μοναδική δυνατότητα να λαμβάνετε καθημερινά στο κινητό σας ειδοποιήσεις/ υπενθυμίσεις σχετικά με:


    • το ημερήσιο εξατομικευμένο διαιτολόγιό σας,
    • την ακριβή ώρα που συστήνεται η κατανάλωση των γευμάτων σας,
    • τα επίπεδα υδάτωσης που συστήνεται να τηρείτε,
    • το είδος και ο χρόνος της φυσικής δραστηριότητας που συστήνεται να ακολουθείτε,
    • Ειδοποιήσεις των νέων μας άρθρων καθώς και ενημέρωση για την επόμενη εργομετρική αξιολόγησή σας στο κέντρο μας.


    Ακόμη, θα έχετε τη δυνατότητα να παρακολουθείτε online τη λεπτομερή αναφορά των επαναξιολογήσεών σας, έτσι ώστε να έχετε πλήρη εικόνα της φυσικής σας κατάστασης καθώς και της σύστασης του σώματός σας.



Αναφορές
  1. Ng M, Fleming T, Robinson M, Thomson B, Graetz N, Margono, C. et al. Global, regional, and national prevalence of overweight and obesity in children and adults during 1980–2013: a systematic analysis for the Global Burden of Disease Study 2013. The Lancet. 2014; 384(9945):766-781.
  2. World Health Organization. Obesity and overweight [online]. WHO. 2016. Διαθέσιμο στο: http://www.who.int/mediacentre/factsheets/fs311/en/
  3. Musaiger AO, Al-Khalifa F, Al-Mannai M. Obesity, unhealthy dietary habits and sedentary behaviors among university students in Sudan: Growing risks for chronic diseases in a poor country. Environmental Health and Preventive Medicine. 2016; 21(4):224-230.
  4. Nakamura K, Fuster JJ, Walsh K. Adipokines: a link between obesity and cardiovascular disease. Journal of cardiology. 2014; 63(4):250-259.
  5. Esser N, Legrand-Poels S, Piette J, Scheen AJ, Paquot N. Inflammation as a link between obesity, metabolic syndrome and type 2 diabetes. Diabetes research and clinical practice. 2014;105(2):141-150.
  6. Τhomas B, Bishop J. Manual of Dietetic Practice 4th Edition. Oxford: Blackwell Publishing; 2007.
  7. McEwen BS, Stellar E. Stress and the individual: mechanisms leading to disease. Archives of internal medicine. 1993; 153(18):2093-2101.
  8. National Health Service. Causes of obesity [online]. NHS. 2016. Διαθέσιμο στο: http://www.nhs.uk
  9. Sinha R, Jastreboff AM. Stress as a common risk factor for obesity and addiction. Biological Psychiatry. 2013; 73(9):827–835.
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
Tuesday, 27 December 2016 15:08

«Η επίδραση της αιμοδοσίας στην αθλητική απόδοση του αιμοδότη-αθλητή»

«Η επίδραση της αιμοδοσίας στην αθλητική απόδοση του αιμοδότη-αθλητή»

Η δωρεά αίματος αποτελεί μια από τις σημαντικότερες κινήσεις προσφοράς προς το συνάνθρωπο, καθώς οι αιμοδότες στηρίζουν και ενισχύουν τις τράπεζες αίματος, που υπάρχουν, σε διάφορες υπηρεσίες παροχής υγειονομικής περίθαλψης. Πιο συγκεκριμένα, υπολογίζεται ότι, περίπου, το 75% του πληθυσμού μπορεί κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια της ζωής του, να χρειαστεί μετάγγιση αίματος, αλλά μόνο ένα μικρό ποσοστό, περίπου 1,5%, είναι ενεργοί αιμοδότες. Σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας (Ε.ΚΕ.Α.), μία μόνο αιμοδοσία καθίσταται ικανή να σώσει τρείς ανθρώπινες ζωές. Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί, καθώς δεν μπορούν όλα τα άτομα του πληθυσμού να είναι αιμοδότες. Οι περιορισμοί αυτοί στοχεύουν στην προστασία της υγείας, τόσο του αποδέκτη της μονάδας αίματος, όσο και του αιμοδότη. Ειδικότερα, αιμοδότες μπορούν να γίνουν υγιή άτομα ηλικίας 18-65 ετών, τα οποία έχουν σωματικό βάρος άνω των 50 κιλών και χαρακτηρίζονται από ασφαλή τρόπο ζωής (αποχή από συμπεριφορές υψηλού κινδύνου όπως, λήψη ουσιών, πολλαπλοί ερωτικοί σύντροφοι, τατουάζ ή piercings που έγιναν τους τελευταίους 6 μήνες). Ως υγιή καλούνται άτομα, τα οποία δεν λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή, δεν νοσούν και είναι ελεύθερα ιατρικού ιστορικού ηπατίτιδας, καρκίνου, καρδιοπάθειας, επιληψίας και οποιασδήποτε αιμορραγικής διαταραχής. Αναφορικά με την ομάδα των αθλητών, συστήνεται η αποφυγή αιμοδοσίας από άτομα, τα οποία ασχολούνται με τον πρωταθλητισμό και προετοιμάζονται για κάποιο μεγάλο αθλητικό γεγονός.

Η σύσταση για αποχή των αθλητών από την αιμοδοσία κατά τη διάρκεια μεγάλων αθλητικών γεγονότων στηρίζεται, κατά κύριο λόγο, στην πιθανότητα μειωμένης αθλητικής απόδοσης, λόγω της μειωμένης παροχής οξυγόνου στους ιστούς. Πράγματι, αρκετές μελέτες1-7 υποστηρίζουν ότι, η αιμοδοσία των αθλητών μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη μέγιστη δυνατή απόδοσή τους, όπως αυτή υπολογίζεται από τη μέτρηση της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου και της χρονομέτρησης των αθλητικών επιδόσεων. Πιο συγκεκριμένα, πρόσφατη μελέτη1 που διεξήχθει σε 20 υγιής ενήλικες άνδρες βρήκε ότι, η μέγιστη δυνατή κατανάλωση οξυγόνου (VO2max) μειώθηκε στατιστικώς σημαντικά, κατά 6,5%, 3 ημέρες μετά την αιμοδοσία των ανδρών και παρέμεινε σε χαμηλότερα επίπεδα από την αρχική τιμή αναφοράς (πριν την αιμοδοσία) του εκάστοτε ατόμου έως και την έβδομη ημέρα μετά την ολοκλήρωση της αιμοδοσίας. Οι ερευνητές παρατήρησαν πλήρη αποκατάσταση της VO2max μετά τη 14η ημέρα από την ολοκλήρωση της αιμοδοσίας (Διάγραμμα 1). Παράλληλα, παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική μείωση της αθλητικής επίδοσης, κατά 5,2%, 3 ημέρες μετά την αιμοδοσία των συμμετεχόντων, ενώ πλήρη επαναφορά του χρόνου της αθλητικής επίδοσης στα αρχικά επίπεδα σημειώθηκε μετά τη 14η ημέρα από την ολοκλήρωση της αιμοδοσίας (Διάγραμμα 2). Βασικό συμπέρασμα της μελέτης αποτέλεσε το γεγονός ότι, η αθλητική επίδοση των συμμετεχόντων επανήλθε μετά τη 14η ημέρα από την ολοκλήρωση της αιμοδοσίας, χωρίς όμως ταυτόχρονη πλήρη επαναφορά στα φυσιολογικά επίπεδα της συγκέντρωσης της αιμοσφαιρίνης.1 Σε παρόμοια αποτελέσματα κατέληξε άλλη μελέτη2, η οποία παρατήρησε στατιστικά σημαντική μείωση της VO2max κατά 10% μετά την 2η ημέρα και κατά 7% μετά την 7η ημέρα από το τέλος της αιμοδοσίας των συμμετεχόντων. Μελέτη7 που διεξήχθει σε ποδηλάτες υψηλής επίδοσης βρήκε στατιστικά σημαντική μείωση της μέγιστης αθλητικής απόδοσης των αθλητών έως και 7 ημέρες μετά την ολοκλήρωση της αιμοδοσίας τους. Άλλη μελέτη8 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, η πλήρη επαναφορά της μέγιστης αθλητικής απόδοσης των αιμοδοτών επιτυγχάνεται μετά την ολοκλήρωση της 3ης εβδομάδας από το τέλος της αιμοδοσίας. Τα μειωμένα επίπεδα αιμοσφαιρίνης μετά την ολοκλήρωση της αιμοδοσίας, φαίνεται πως, αποτελούν τον κυριότερο παράγοντα μείωσης της VO2max των αθλητών και κατ’επέκτασην της αθλητικής τους απόδοσης.3,5 Ειδικότερα, η αιμοδοσία 450ml αίματος (μιας μονάδας) σχετίζεται με μείωση της VO2max και της αντοχής των ατόμων κατά τη φυσική δραστηριότητα.5,6

Δεδομένου ότι, ο σίδηρος αποτελεί βασικό δομικό λίθο της αιμοσφαιρίνης, τα επίπεδά του θα πρέπει να ελέγχονται στους αιμοδότες. Επομένως, τα χαμηλά επίπεδα αιμοσφαιρίνης μετά την αιμοδοσία θα μπορούσαν, ίσως, να αποκατασταθούν με επαρκή επίπεδα σιδήρου στον οργανισμό του εκάστοτε ατόμου. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη9, η λήψη μικρών δόσεων σιδήρου μετά την ολοκλήρωση της αιμοδοσίας, φαίνεται πως, μπορεί να μειώσει κατά 80% το χρόνο επαναφοράς των επιπέδων αιμοσφαιρίνης στον ορό των αιμοδοτών, σε σύγκριση με τη μη λήψη συμπληρωμάτων σιδήρου. Η ανάγκη λήψης σιδήρου μετά την αιμοδοσία είναι πιο σημαντική στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, λόγω των επιπρόσθετων απωλειών αίματος κατά τη διάρκεια του έμμηνου κύκλου.10

Επομένως, όλοι οι αθλητές που πληρούν τα κριτήρια επιλογής αιμοδοτών μπορούν να προσφέρουν αίμα, αλλά θα πρέπει να γνωρίζουν ότι, η μέγιστη αθλητική τους απόδοση θα επανέλθει στα αρχικά επίπεδα 3 εβδομάδες μετά το τέλος της αιμοδοσίας. Συνεπώς, αθλητές που προετοιμάζονται για κάποιο σημαντικό αθλητικό γεγονός, καλό θα ήταν να αποφύγουν την αιμοδοσία για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η περίοδος αποκατάστασης του αθλητή μετά την ολοκλήρωση ενός αγώνα ή μιας αθλητικής διοργάνωσης αποτελεί την πιο κατάλληλη χρονική στιγμή για αιμοδοσία. Σε αυτό το σημείο, παρατίθονται ορισμένες χρήσιμες συμβουλές για τους αιμοδότες μετά την ολοκλήρωση της αιμοδοσίας:

  • Επαρκής ενυδάτωση του οργανισμού πριν και μετά την αιμοδοσία (τουλάχιστον 8-10 ποτήρια νερό), καθώς τα υγρά θα βοηθήσουν να αντικατασταθεί ο όγκος αίματος που χάθηκε.
  • Η κατανάλωση ενός πλούσιου γεύματος μετά την αιμοδοσία θα συντελέσει στην ταχύτερη αποκατάσταση του οργανισμού, ειδικά στους αθλητές. Ακόμη συστήνεται ένα ελαφρύ γεύμα 3-4 ώρες πριν την αιμοδοσία.
  • Αποφυγή της κατανάλωσης αλκοόλ την ημέρα της αιμοδοσίας, καθώς προωθεί την αφυδάτωση του οργανισμού.
  • Η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε αιμικό σίδηρο, όπως μοσχάρι, γαλοπούλα, κοτόπουλο, σαρδέλες, χταπόδι και όστρακα, βοηθά στη διαιτητική πρόσληψη σιδήρου, απαραίτητου για την αποκατάσταση της αιμοσφαιρίνης.
  • Εάν μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας ο επίδεσμος στο χέρι σου ματώσει, σήκωσε το χέρι ψηλά και πίεσε με δύναμη μέχρι να σταματήσει το αίμα.
  • Απέφυγε βαριές χειρωνακτικές εργασίες με το χέρι που έδωσες αίμα την ημέρα της αιμοδοσίας. Στην περίπτωση των αθλητών-αιμοδοτών συστήνεται αποφυγή έντονης σωματικής άσκησης για τουλάχιστον 4-5 ημέρες μετά την αιμοδοσία.
  • Σε περίπτωση αδυναμίας ή ζάλης, συστήνεται ύπτια κατάκλιση του σώματος με ανύψωση των ποδιών ψηλά.
  • Σε περίπτωση συχνής αιμοδοσίας κρίνεται απαραίτητος ο έλεγχος των επιπέδων φερριτίνης ορού. Οι αθλητές-αιμοδότες θα πρέπει να ελέγχουν τα επίπεδα της φερριτίνης, καθώς χαμηλές αποθήκες σιδήρου σχετίζονται με καθυστερημένη αποκατάσταση της αθλητικής απόδοσης.

Δρ. Mπάρδης Κων/νος – Επιστημονικός Υπεύθυνος Nutrilab – Διδάκτωρ Eπιστήμης Διαιτολογίας & Διατροφής Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας των ΗΠΑ – Human Performance Lab Μάστερ Εργοφυσιολογίας MSc
E-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666


Αναφορές

  1. Ziegler AK, Grand J, Stangerup I, Nielsen HJ, Dela F, Magnussen K, Helge JW. Time course for the recovery of physical performance, blood hemoglobin, and ferritin content after blood donation. Transfusion. 2015; 55(4):898-905.
  2. Hill DW, Vingren JL, Burdette SD. Effect of plasma donation and blood donation on aerobic and anaerobic responses in exhaustive, severe-intensity exercise. Applied Physiology, Nutrition, and Metabolism. 2013; 38 (5), 551-557.
  3. Dellweg D, Siemon K, Mahler F, Appelhans P, Klauke M, Köhler D. Cardiopulmonary exercise testing before and after blood donation. Pneumologie (Stuttgart, Germany). 2008; 62(6):372-377.
  4. Eichner ER. Sports medicine pearls and pitfalls: Athletic performance after blood donation. Current sports medicine reports. 2007; 6(5):276-277.
  5. Birnbaum L, Dahl T, Boone T. Effect of blood donation on maximal oxygen consumption. Journal of sports medicine and physical fitness. 2006; 46(4):535.
  6. Burnley M, Roberts CL, Thatcher R, Doust JH, Jones AM. Influence of blood donation on O2 uptake on‐kinetics, peak O2 uptake and time to exhaustion during severe‐intensity cycle exercise in humans. Experimental physiology. 2006; 91(3): 499-509.
  7. Panebianco RA, Stachenfeld N, Coplan NL, Gleim GW. Effects of blood donation on exercise performance in competitive cyclists. American heart journal. 1995; 130(4):838-840.
  8. Judd TB, Cornish SM, Barss TS, Oroz I, Chilibeck PD. Time course for recovery of peak aerobic power after blood donation. The Journal of Strength & Conditioning Research. 2011; 25(11):3035-3038.
  9. Kiss JE, Brambilla D, Glynn SA, Mast AE, Spencer BR, Stone M, Kleinman SH, Cable RG. Oral iron supplementation after blood donation: a randomized clinical trial. JAMA. 2015; 313(6):575-583.
  10. Rigas AS, Sørensen CJ, Pedersen OB, Petersen MS, Thørner LW, Kotzé S, Sørensen E, Magnussen K, Rostgaard K, Erikstrup C, Ullum H. Predictors of iron levels in 14,737 Danish blood donors: results from the Danish Blood Donor Study. Transfusion. 2014; 54(3pt2):789-796.
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
Tuesday, 06 December 2016 14:16

ΔΙΑΙΤΕΣ ΠΛΟΥΣΙΕΣ ΣΕ ΠΡΩΤΕΙΝΕΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ

ΔΙΑΙΤΕΣ ΠΛΟΥΣΙΕΣ ΣΕ ΠΡΩΤΕΙΝΕΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑ

H παχυσαρκία αποτελεί πλέον ένα πρόβλημα το οποίο έχει λάβει διαστάσεις επιδημίας. Περισσότερο από το 50% του πληθυσμού των ΗΠΑ είναι είτε υπέρβαρο είτε παχύσαρκο. Παρά τις σημαντικές προόδους για τη μείωση του σωματικού βάρους ,η διαχείριση του σωματικού βάρους εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο των ερευνών.


Είναι γνωστό πως στη προσπάθειά τους για γρήγορη και εύκολη απώλεια βάρους , οι ασθενείς στρέφονται προς εναλλακτικές διατροφικές προσεγγίσεις.

Πρόσφατες δημοφιλείς «εναλλακτικές» δίαιτες προτείνουν το περιορισμό των υδατανθράκων αλλά επιτρέπουν την ελεύθερη πρόσληψη πρωτεϊνών και λίπους. Μια από τις πιο γνωστές δίαιτες αποτελεί η δίαιτα Atkins η οποία προτείνει αυστηρό περιορισμό στη πρόσληψη υδατανθράκων σε 20 γραμμάρια/ημέρα επιτρέποντας την ελεύθερη πρόσληψη τόσο θερμίδων όσο και πρωτεϊνών και λίπους. Οι δίαιτες υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες συχνά συστήνονται ως μέθοδοι απώλειας σωματικού βάρους καθώς ελαττώνουν τη μείωση της άλιπης μάζας σώματος η οποία συνυπάρχει στις περιπτώσεις απώλειας σωματικού βάρους .‘Ωστόσο, η υψηλή αυτή πρωτεϊνική πρόσληψη μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη καθολική υγεία του οργανισμού κάτι το οποίο υποστηρίζεται και από το Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) όπως επίσης και το American Medical Association (AMA) το Εθνικό Ίδρυμα Νεφρού ( Νational Kidney Foundation) και την Ελληνική Διαβητολογική Εταιρία (ΕΔΕ) .Ποικίλες μελέτες έχουν πραγματοποιηθεί για να διεξαχθεί ένα σαφές συμπέρασμα για το ζήτημα αυτό, μερικές από τις οποίες θα συζητηθούν παρακάτω.


Αρχικά , αξίζει να αναφερθεί πως μελέτη του Brief Reports απέδειξε ότι πρωτεϊνικές δίαιτες , με επικεφαλής τη δίαιτα Αtkins και τη δίαιτα Dukan , οδηγούν σε κετοξέωση . Όταν τα επίπεδα υδατανθράκων είναι χαμηλά στο αίμα , ο οργανισμός αναζητά άλλες πηγές ενέργειας για να πραγματοποιήσει τις λειτουργίες του . Η χρησιμοποίηση του λίπους ως πηγή ενέργειας οδηγεί στην αυξημένη παραγωγή κετονών η οποία ακολουθεί το ίδιο μεταβολικό μονοπάτι που προκαλεί και η διαβητική κετοξέωση.

ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΙΝΣΟΥΛΙΝΗ

Η αντίσταση στην ινσουλίνη αποτελεί τη πιο συχνή μεταβολική επιπλοκή που σχετίζεται με τη παχυσαρκία , το κίνδυνο ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 καθώς και της στεφανιαίας νόσου .Η απώλεια βάρους που προέρχεται από τη μείωση της διαιτητικής πρόσληψης αποτελεί τη κυριότερη θεραπεία για τα παχύσαρκα άτομα καθώς βελτιώνει και ,σε ορισμένες περιπτώσεις , επαναφέρει πλήρως τη ευαισθησία στην ινσουλίνη στα φυσιολογικά επίπεδα. Ωστόσο , η απώλεια βάρους που προέρχεται από τη μειωμένη διατροφική πρόσληψη οδηγεί σε μείωση της άλιπης μάζας σώματος (συμπεριλαμβανομένης και της μυϊκής) κάτι το οποίο δεν είναι επιθυμητό σε πληθυσμιακές ομάδες υψηλού κινδύνου για την ανάπτυξη σαρκοπενίας , όπως είναι οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες . Ωστόσο, η αύξηση στη πρόσληψη πρωτεϊνών αν και υποστηρίζεται πως αντισταθμίζει αυτήν την απώλεια μυϊκής μάζας, έχει συσχετιστεί με μείωση της ευασθησίας στην ινσουλίνη και κατά συνέπεια αύξηση του κινδύνου ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2.

Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Cell Reports τον Οκτώβριο του 2016, μελέτησε την επίδραση μιας υποθερμιδικής δίαιτας φυσιολογικής σύστασης σε πρωτεΐνες σε σχέση με μια υποθερμιδική δίαιτα αυξημένης περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες σε παχύσαρκες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Κύριος στόχος αυτής της τυχαιοποιημένης ελεγχόμενης κλινικής μελέτης ήταν να καθοριστεί κατά πόσο η αύξηση στη πρόσληψη πρωτεϊνών μπορεί να μειώσει την ευεργετική επίδραση της απώλειας βάρους στην βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη.


Συγκεκριμένα, στην ενδιαφέρουσα αυτή μελέτη συμμετείχαν 34 παχύσαρκες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με χαμηλή εβδομαδιαία φυσική δραστηριότητα (<h;1,5 ώρα/βδομάδα) οι οποίες τυχαιοποιήθηκαν σε 3 ομάδες παρέμβασης . Στη πρώτη ομάδα όσες εντάχθηκαν κλήθηκαν να καταναλώσουν μια υποθερμιδική δίαιτα περιεκτικότητας 0,8 γραμμαρίων /kg σωματικού βάρους / ημέρα πρωτεΐνη (περίπου 73 γραμμάρια/ ημέρα) .Στη 2η ομάδα παρέμβασης η διατροφή ήταν περίπου η ίδια ,με τη διαφορά ότι κατανάλωναν περισσότερη πρωτεΐνη ,περίπου 105 γραμμάρια / ημέρα (1,2 γραμμάρια/kg σωματικού βάρους/ημέρα) και λιγότερους υδατάνθρακες και η 3η ομάδα αποτέλεσε την ομάδα ελέγχου όπου η παρέμβαση στόχευε στη διατήρηση του σωματικού βάρους. Οι εθελόντριες της μελέτης παρακολούθησαν εβδομαδιαίες συνεδρίες διατροφικής παρέμβασης από έμπειρο διαιτολόγο με σκοπό να ελέγχεται το σωματικό τους βάρους αλλά και για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωσή τους στη δίαιτα. Στόχος της δίαιτας ήταν να παρέχει 30% λιγότερες θερμίδες σε σχέση με αυτές που εκτιμήθηκαν από τον υπολογισμό της ημερήσιας ενεργειακής δαπάνης έτσι ώστε οι συμμετέχοντες να πετύχουν μια απώλεια 8-10% του σωματικού τους βάρους.

Αποτελέσματα : Τα αποτελέσματα της παρέμβαση , ανέδειξαν μια μείωση στην απώλεια μυϊκής μάζας στην ομάδα η οποία λάμβανε υποθερμιδική δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες σε σχέση με την ομάδα η οποία λάμβανε φυσιολογικής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες υποθερμιδική δίαιτα.

Αξιοσημείωτη ήταν η βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη στα άτομα που ακολούθησαν υποθερμιδική δίαιτα φυσιολογικής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες. Η ευαισθησία στην ινσουλίνη ,η οποία πυροδοτήθηκε από την απώλεια βάρους , σημείωσε αύξηση 25-30% (25.3% ± 6.5%) στη συγκεκριμένη ομάδα . Αντίθετα , στην ομάδα η οποία ακολούθησε υποθερμιδική δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες , δε παρατηρήθηκε καμία βελτίωση στην ευαισθησία στην ινσουλίνη. Επομένως , προκύπτει το συμπέρασμα πως η αύξηση στη πρόσληψη πρωτεΐνης οδηγεί σε μείωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη η οποία οφείλεται στην απώλεια βάρους. Η αποτυχία της βελτίωσης της ευαισθησίας στην ινσουλίνη στην ομάδα που κατανάλωνε δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες είναι κλινικά σημαντική και αποδεικνύει πως περισσότερη ινσουλίνη απαιτείται από τα άτομα αυτά σε σχέση με τα υπόλοιπα που κατανάλωναν φυσιολογική ποσότητα πρωτεΐνης.

Συμπερασματικά , τα συγκεκριμένα δεδομένα αποδεικνύουν πως η περιεκτικότητα των υποθερμιδικών διαιτών σε πρωτεΐνες μπορεί να έχει σοβαρές μεταβολικές επιπτώσεις και πως κρίνεται απαραίτητη η συσχέτιση και η ισορρόπηση της σύστασης σε μακροθρεπτικά συστατικά με το ενεργειακό περιεχόμενο. Οι μηχανισμοί με τους οποίους οι υψηλές σε πρωτεΐνη δίαιτες μειώνουν την ευεργετική επίδραση της απώλειας βάρους στην αύξηση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί . Ωστόσο , υποστηρίζεται πως η αυξημένη πρωτεϊνική πρόσληψη προκαλεί μεταβολές στη δομή των μυϊκών κυττάρων καθώς και στο οξειδωτικό στρες.


Τα παραπάνω αποτελέσματα μπορούν να απεικονιστούν με το συγκεκριμένο σχήμα της συγκεκριμένης μελέτης . Παρατηρείται πως τόσο η υποθερμιδική δίαιτα φυσιολογικής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη όσο και η δίαιτα αυξημένης περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη μπορούν να οδηγήσουν στην επίτευξη του στόχου της απώλειας του 10% του σωματικού βάρους σε παχύσαρκες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Και στις δύο δίαιτες παρατηρήθηκε μείωση του ενδοκοιλιακού και υποδόριου λίπους , όπως επίσης και των ενδοηπατικών τριγλυκεριδίων . Όσον αφορά στο πλάσμα του αίματος , τα λιπαρά οξέα και τα αμινοξέα παρουσίασαν επίσης μείωση και στις δύο δίαιτες . Ωστόσο , στις γυναίκες οι οποίες έχασαν το αντίστοιχο ποσοστό βάρους ακολουθώντας τη δίαιτα φυσιολογικής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες ενδιαφέρουσα ήταν η επίδραση και σε άλλες παραμέτρους . Συγκεκριμένα , αυξήθηκε η ευαισθησία στην ινσουλίνη ,μειώθηκε το οξειδωτικό στρες και βελτιώθηκε η δομή των κυττάρων , χαρακτηριστικά που δεν παρατηρήθηκαν στη ομάδα που κατανάλωσε δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη.

NΕΦΡΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Επιπρόσθετα , αξιοσημείωτη είναι και η επίδραση της αυξημένης διαιτητικής πρωτεΐνης στη νεφρική λειτουργία. Αποτελέσματα μελετών σε ζωικά μοντέλα αλλά και ανθρώπους έχουν αποδείξει πως δίαιτες υψηλές σε πρωτεΐνη μπορεί να προκαλέσουν νεφρική υπερτροφία και σπειραματική υπερδιήθηση συμβάλλοντας τελικά σε μια ανώμαλη νεφρική αιμοδυναμική και ως επακόλουθο στην σταδιακή ανάπτυξη νεφρικής νόσου.

Η διαιτητική πρόσληψη πρωτεΐνης αυξάνει τα επίπεδα της κρεατινίνης ορού μέσω του αυξημένου καταβολισμού των πρωτεϊνών.

Μελέτη του ΟmniHeart (Optimal Macro-Nutrient Intake) που δημοσιεύτηκε στο American Journal of Kidney Disease κατέδειξε την επίδραση που έχει μια δίαιτα υψηλή σε πρωτεΐνες στην νεφρική λειτουργία. Στην έρευνα αυτή συμμετείχαν 191 άντρες και γυναίκες , ηλικίας 30 ετών και άνω, όπου δεν εμφάνιζαν μέχρι στιγμής νεφρική νόσο, διαβήτη ή ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου και οι οποίοι χωρίστηκαν σε 3 ομάδες ανάλογα με τη σύσταση της δίαιτας που τους χορηγήθηκε ( 1η ομάδα : δίαιτα πλούσια σε υδατάνθρακες , 2η ομάδα : αντικατάσταση 10% των υδατανθράκων από ακόρεστα λιπαρά οξέα, 3η ομάδα : αντικατάσταση 10% των υδατανθράκων από πρωτεΐνες) . Τα αποτελέσματα ανέδειξαν αύξηση στο δείκτη eGFR (ρυθμός σπειραματικής διήθησης νεφρών δηλαδή πόσο γρήγορα διηθούνται τα απόβλητα του οργανισμού) καθώς και στα επίπεδα κρεατινίνης ορού . Η αύξηση στο δείκτη σπειραματικής διήθησης φανερώνει μια τάση για υπερτροφία των νεφρών η οποία μπορεί να οδηγήσει στη σταδιακή απώλεια της νεφρικής λειτουργίας.

ΟΞΕΟΒΑΣΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ, ΝΕΦΡΟΛΙΘΙΑΣΗ, ΑΠΩΛΕΙΑ ΟΣΤΟΥ

Άλλη έρευνα που δημοσιεύτηκε επίσης από το ίδιο περιοδικό , τόνισε την επίδραση μιας δίαιτας υψηλής σε πρωτεΐνες στη μεταβολή της οξεοβασικής ισορροπίας , της δημιουργίας λίθων και του μεταβολισμού του ασβεστίου σε υγιείς ενήλικες. Αποδείχθηκε , λοιπόν , πως μια τέτοια δίαιτα μειώνει το Ph των ούρων (από 6.0 μειώθηκε στο 5.5) εξαιτίας της υπερβολικής «φόρτισης» του οργανισμού με οξέα οδηγώντας τελικά στον αυξανόμενο σχηματισμού ουρικού οξέος και στη δημιουργία λίθων ασβεστίου. Επίσης , παρατηρήθηκε αύξηση του ασβεστίου ούρων (ασβεστιουρία) κατά 60% και μείωση του κιτρικού στα ούρα , το οποίο αποτελεί προστατευτικό παράγοντα κατά της νεφρολιθίασης. Όσον αφορά στο ισοζύγιο ασβεστίου και την απώλεια οστού οι απόψεις είναι αντικρουόμενες , αν και η αποδεδειγμένη μεταβολική οξέωση εξαιτίας της αυξημένης πρόσληψης πρωτεϊνών ,οδηγεί σε αυξημένη απορρόφηση και μειωμένη σύνθεση οστού.

Τέλος , αξίζει να αναφερθεί πως σύμφωνα με τις συστάσεις του Αmerican Heart Association (AHA) και του American College of Cardiology (ACC) , σχετικά με τη διαχείριση της παχυσαρκίας έχει προκύψει το συμπέρασμα πως η αύξηση της περιεκτικότητας πρωτεϊνών στο 25% της προσλαμβανόμενης ενέργειας επιφέρει παρόμοια αποτελέσματα με δίαιτες 15% πρωτεϊνών , όταν και οι δύο είναι περιορισμένες σε ενέργεια. Επίσης, τέτοιου είδους δίαιτες υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες δεν φάνηκε να έχουν ωφέλιμες επιδράσεις στη μείωση των καρδιαγγειακών παραγόντων κινδύνου.


Επομένως , ποιο το όφελος μιας «εναλλακτικής» περιοριστικής δίαιτας η οποία υπόσχεται την ίδια απώλεια βάρους χρονικά με μια φυσιολογικής σύστασης δίαιτα (πχ μεσογειακού τύπου) αλλά επιπλέον έχει και αρνητικές επιπτώσεις για την υγεία ; Οι πρωτεϊνικές δίαιτες μόνο σοβαρές επιπτώσεις θα μπορούσαν να επιφέρουν στον οργανισμό μας αλλά και την υγεία μας , γεγονός που επιβεβαιώνεται πλέον επιστημονικά τόσο με την πρόσφατη δημοσίευση του Cell Reports όσο και με τις υπόλοιπες εξίσου ενδιαφέρουσες μελέτες που προαναφέρθηκαν.

Μια ισορροπημένη διατροφή ( είτε στοχεύει στην απώλεια βάρους είτε όχι ) καθώς και η υιοθέτηση μιας καθημερινής φυσικής δραστηριότητας προάγουν τη βελτίωση τόσο της σωματικής όσο και της ψυχικής μας υγείας και θα πρέπει αδιαμφησβήτητα να αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια της καθημερινότητάς μας!



Η Επιστημονική ομάδα Νutrilab
Δρ. Mπάρδης Κων/νος – Επιστημονικός Υπεύθυνος Nutrilab – Διδάκτωρ Eπιστήμης Διαιτολογίας & Διατροφής
Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας των ΗΠΑ – Human Performance Lab
Άρτεμις Στεργίου και Ειρήνη Μουράτη – Διαιτολόγοι – Χαροκοπείου Πανεπιστημίου

E-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666


BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ

  1. Gordon I. Smith, Jun Yoshino, Shannon C. Kelly, Dominic N. Reeds, Adewole Okunade, Bruce W. Patterson, Samuel Klein, Bettina Mittendorfer. High-Protein Intake during Weight Loss Therapy Eliminates the Weight-Loss-Induced Improvement in Insulin Action in Obese Postmenopausal Women. Cell Reports, 2016; 17 (3).
  2. Juraschek SP, Appel LJ, Anderson CA, Miller ER 3rd. Effect of a high-protein diet on kidney function in healthy adults: results from the OmniHeart trial. American Journal of Kidney Diseases . 2013 Apr;61(4):547-54.
  3. Αmerican College of Cardiology/American Heart Association .Guideline for the Management of Overweight and Obesity in Adults . JACC Journals . July 2014.
  4. Shalini T. Reddy, MD, Chia-Ying Wang, MD, Khashayar Sakhaee, MD, Linda Brinkley, RD, and Charles Y.C. Pak, MD . Effect of Low-Carbohydrate High-Protein Diets on Acid-Base Balance, Stone-Forming Propensity, and Calcium Metabolism. American Journal of Kidney Diseases. August 2002. Pages 265-274.
  5. Gardnem C.D., Kiazand A., Alhassan S., Kim S., Stafford R.S., Balise R.R., Kraemer H.V., King A.C.: Comparison of the Atkins, Zone, Ornish Diets for change in weight and related risk factors among overweight premenopausal women. JAMA 2007;9:969-977.
  6. Freeman TF, Willis B, Krywko DM. Acute intractable vomiting and severe ketoacidosis secondary to the Dukan Diet©.J Emerg Med. 2014 Oct;47(4):e109-12.
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
Tuesday, 06 December 2016 14:03

H MEΝΘΟΛΗ ΩΣ ΕΡΓΟΓΟΝΟ ΒΟΗΘΗΜΑ

H MEΝΘΟΛΗ ΩΣ ΕΡΓΟΓΟΝΟ ΒΟΗΘΗΜΑ

Η ενίσχυση της αθλητικής απόδοσης αποτελεί μια πρόκληση κι ένα κύριο μέλημα τόσο για τους αθλητές και τους προπονητές, όσο και για τους σύγχρονους ερευνητές. Πράγματι, εως σήμερα, έχουν πραγματοποιηθεί πολλές έρευνες σχετικά με την επίδραση και αποτελεσματικότητα διαφόρων ειδών φυσικών προϊόντων στη βελτίωση των αθλητικών επιδόσεων. Ανάμεσα στα φυσικά προϊόντα που κατά καιρούς έχουν χρησιμοποιηθεί συγκαταλέγεται και η μέντα, ένα βότανο που προέρχεται από την Ευρώπη και την Ασία και καλλιεργείται ευρέως στη Βόρεια Αμερική. Η χρήση των φύλλων μέντας, καθώς και του ελαίου εκχύλισης μέντας ως θεραπευτικά μέσα ήταν ευρέως διαδεδομένη από τα αρχαία ήδη χρόνια. Σήμερα, το βότανο της μέντας είναι γνωστό ιδιαίτερα για τις αντισπασμωδικές, αναλγητικές, αντιφλεγμονώδεις, αποσυμφορητικές και αντιοξειδωτικές του επιδράσεις. Στο αιθέριο έλαιο μέντας (peppermint essential oil), η μενθόλη και η μενθόνη αποτελούν κύρια συστατικά. Η εφαρμογή της μενθόλης ως πιθανού εργογόνου βοηθήματος έχει πρόσφατα ερευνηθεί σε διάφορες μελέτες και σε ποικίλες πτυχές της αθλητικής απόδοσης συμπεριλαμβανομένης της αντοχής, της ταχύτητας, της δύναμης και ευλυγισίας.


Οι σημερινές μέθοδοι εφαρμογής της μενθόλης στους αθλητές μπορεί να περιλαμβάνουν είτε τεχνικές όπως το ξέπλυμα του στόματος (mouth rinse) με διάλυμα μενθόλης, η λήψη ροφήματος που περιέχει μενθόλη είτε τεχνικές που εφαρμόζονται στην επιφάνεια του σώματος σε διάφορα σημεία ή τα ρούχα, όπως η εφαρμογή μενθόλης με τη μορφή γέλης (gel) ή σπρέι στο δέρμα ή τα ρούχα. Καθώς το αίσθημα δυσφορίας από τη ζέστη μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την απόδοση σε μια άσκηση αντοχής, φαίνεται πως η μενθόλη μπορεί να προσφέρει μια αίσθηση δροσιάς και φρεσκάδας και, έτσι, είναι χρήσιμη για την ενίσχυση της αθλητικής απόδοσης, ειδικά σε θερμές περιβαλλοντικές συνθήκες. Συγκεκριμένα, η πρόσφατη ανασκόπηση μελετών έχει αναδείξει πως το ξέπλυμα του στόματος με διάλυμα που περιέχει μενθόλη ή η λήψη ενός ποτού με μενθόλη μπορούν να δράσουν ευεργετικά στην απόδοση σε μια άσκηση αντοχής σε θερμό περιβάλλον. Για παράδειγμα, σε μια μελέτη 9 ανδρών, η πλύση του στόματος, κάθε 10 λεπτά, με διάλυμα μέντας (25 mL με συγκέντρωση 0.01%) βελτίωσε σημαντικά το χρόνο ποδηλασίας μέχρι την εξάντληση σε θερμό περιβάλλον (34οC) κατά 5 λεπτά (9%). Επίσης, παρατηρήθηκαν μια σημαντική αύξηση του όγκου του εκπνεόμενου αέρα, καθώς και μια χαμηλότερη βαθμολογία στο δείκτη υποκειμενικής κόπωσης (RPE). Παρόμοια ευρήματα διαπιστώθηκαν στο χρόνο άσκησης σε θερμό περιβάλλον (33οC) σε δύο χρονομετρημένες δοκιμασίες τρεξίματος (3km και 5km), όπου το ξέπλυμα του στόματος με διάλυμα μενθόλης (25mL σε συγκέντρωση 0,01%) συνδέθηκε με σημαντική βελτίωση του χρόνου απόδοσης στα 3km (κατά 3,5%) και στα 5km (κατά 3%). Eπιπροσθέτως, οι πρόσφατες έρευνες αναδεικνύουν πως η κατανάλωση ενός ροφήματος που περιέχει μενθόλη, αμέσως πριν και κατά τη διάρκεια άσκησης αντοχής σε θερμό περιβάλλον, βελτιώνει την αθλητική απόδοση. Η στρατηγική αυτή έχει παρατηρηθεί πως δεν ενισχύεται περαιτέρω με τεχνικές ψύξης πριν την άσκηση.


Σε αντίθεση με το ξέπλυμα στόματος με μενθόλη ή την κατανάλωση ποτού με μενθόλη, η εξωτερική εφαρμογή (σπρέι ή gel) μενθόλης στο δέρμα ή στα ρούχα φαίνεται να μην βελτιώνει την απόδοση σε ασκήσεις αντοχής σε θερμό περιβάλλον. Ως παράδειγμα, αναφέρουμε τα αποτελέσματα δύο χρονομετρημένων δοκιμασιών ποδηλασίας 40 km και τρεξίματος 5km, τα οποία μαρτυρούν πως ο ψεκασμός διαλύματος μενθόλης σε συγκέντρωση 0,05% πάνω στα αθλητικά ρούχα δεν οδήγησε σε καμία βελτίωση της απόδοσης, παρά το γεγονός ότι οδήγησε σε μια σημαντικά πιο δροσερή αίσθηση και μια θερμική ανακούφιση. Αξίζει, όμως, να σημειωθεί πως μια άλλη μελέτη κατέδειξε ευεργετικές επιράσεις στην απόδοση, μετά από εφαρμογή στο πρόσωπο μενθόλης με τη μορφή gel σε συγκέντρωση 8%.


Η επίδραση της μενθόλης στην αθλητική απόδοση μπορεί να στηριχθεί στις θερμικές, αναλγητικές, και διεγερτικές τις δράσεις, καθώς και σε επιδράσεις στον πνευμονικό αερισμό. Ένας πιθανός μηχανισμός με τον οποίο βελτιώνει την απόδοση σε θερμό περιβάλλον, είναι η διέγερση των ευαίσθητων στο κρύο TRPM8 υποδοχέων, οι οποίοι επίσης ενεργοποιούνται σε θερμοκρασίες 8-28°C, δημιουργώντας μια υποκειμενική αίσθηση δροσιάς. Ωστόσο, η μενθόλη, επειδή προκαλεί αγγειοσυστολή και διαταράσσει την εξάτμιση του ιδρώτα, μπορεί να προωθήσει την αποθήκευση θερμότητας στο σώμα και να αυξήσει τη θερμοκρασία του πυρήνα κατά τη διάρκεια της άσκησης ή σε ηρεμία. Έτσι, η τοπική εφαρμογή μενθόλης σε μεγάλες περιοχές του σώματος, πιθανόν να μην είναι ευεργετική για την απόδοση αντοχής στη ζέστη, ενώ η εφαρμογή της σε μικρότερες περιοχές, όπως το πρόσωπο, μπορεί να έχει θετικές επιδράσεις.


Όσον αφορά στην επίδραση της μενθόλης στη δύναμη, την ταχύτητα και το εύρος κίνησης της άρθρωσης στο στάδιο της αποκατάστασης, οι σχετικά περιορισμένες σε αριθμό μελέτες, δεν έχουν αποδείξει κάποιο όφελος από τη χρήση της. Συνεπώς, οι περισσότερες μελέτες υποστηρίζουν τη χρήση της μενθόλης ως εργογόνου βοηθήματος σε περιπτώσεις άσκησης αντοχής σε θερμό περιβάλλον. Ωστόσο, για την επιβεβαίωση των παραπάνω αποτελεσμάτων, απαιτούνται περισσότερες επιστημονικές μελέτες, οι οποίες θα εστιάσουν σε καλά προπονημένους αθλητές, καθώς και στην προσθήκη μέντας σε κατάλληλες συγκεντρώσεις σε διάφορα αθλητικά διατροφικά προϊόντα.


Η Επιστημονική ομάδα Νutrilab
Δρ. Mπάρδης Κων/νος – Επιστημονικός Υπεύθυνος Nutrilab – Διδάκτωρ Eπιστήμης Διαιτολογίας & Διατροφής
Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Μεταδιδακτορικός Ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Αρκάνσας των ΗΠΑ – Human Performance Lab
Κλειώ Kαρτσιώτη – Διαιτολόγος – Χαροκοπείου Πανεπιστημίου

E-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666


Πηγές:

  • Stevens CJ, Thoseby B, Sculley DV, et al., “Running performance and thermal sensation in the heat are improved with menthol mouth rinse but not ice slurry ingestion.”, Scand J Med Sci Sports.2016;26(10):1209–16
  • Christopher J. Stevens, Russ Best, “Menthol: A Fresh Ergogenic Aid for Athletic Performance”, Sports Med DOI 10.1007/s40279-016-0652-4
  • Barwood MJ, Corbett J, White D, et al., “Early change in thermal perception is not a driver of anticipatory exercise pacing in the heat.”, Br J Sports Med. 2012;46(13):936–42.
  • Barwood MJ, Corbett J, White DK. Spraying with 0.20% L-menthol does not enhance 5 k running performance in the heat in untrained runners.” J Sports Med Phys Fit. 2014;54(5):595–604.
  • Riera F, Trong TT, Sinnapah S, et al., “Physical and perceptual cooling with beverages to increase cycle performance in a tropical climate.”, PLoS One.2014;9(8):e103718.
  • Tran Trong T, Riera F, Rinaldi K, et al., “Ingestion of a cold temperature/menthol beverage increases outdoor exercise performance in a hot, humid environment.” PLoS One. 2015;10(4):e0123815.
  • Stevens CJ, Bennett KJ, Sculley D, et al., “A comparison of mixed-method cooling interventions on pre-loaded running performance in the heat. “, J Strength Cond Res. 2016. doi:10.1519/JSC.0000000000001532.
  • Mundel T, Jones DA., “The effects of swilling an L(-)-menthol solution during exercise in the heat.”, Eur J Appl Physiol. 2010;109(1):59–65.
  • Abbas Meamarbashi and Ali Rajabi, “The effects of peppermint on exercise performance”, Journal of the International Society of Sports Nutrition201310:15 DOI: 10.1186/1550-2783-10-15
  • Cheryl MacKenzie, “Peppermint Odor and Athletic Performance: An Ergogenic Aid or An Expectancy Effect?”
  • Barwood MJ et al.,“Spraying with 0.20% L-menthol does not enhance 5 k running performance in the heat in untrained runners.”, J Sports Med Phys Fit. 2014;54(5):595–604.
  • Barwood MJ et al., “Relieving thermal discomfort: effects of sprayed L-Menthol on perception, performance and time trial cycling in the heat”, Scand J Med Sci Sports.2015;25(Suppl. 1):211–8.
  • Sönmez G et al., “Effects of oral supplementation of mint extract on muscle pain and blood lactate.”, Biomed Hum Kinetics. 2010;2:66–9.
  • Schlader ZJ, Simmons SE, Stannard SR, et al., “The independent roles of temperature and thermal perception in the control of human thermoregulatory behavior.”, Physiol Behav. 2011;103(2):217–24
Published in Άρθρα Nutrilab
Tagged under
Read more...
  • Start
  • Prev
  • 4
  • 5
  • 6
  • 7
  • 8
  • 9
  • 10
  • 11
  • 12
  • 13
  • Next
  • End
Page 9 of 15

LATEST NEWS

The beginning of the Seminars for the Summer...
Please be advised that the new course for the Summer Period will start on Tuesday 8/5/2018.For participating in this course, please fill in y...

Read more

Nutrition Program - Ergometric Tests
Also the specialized staff of our company, apart from the seminars, undertakes athletes and vulnerable population groups (obese people, pregn...

Read more

Recent scientific publications:

  • Bardis N. Costas,  MS, PhD,  Mild Hypohydration Decreases Cycling Performance in the Heat. "Medicine and Science in Sports and Exercise" (2013) 
  • Tyrovolas S,  MS, PhD,  A classification and regression tree analysis for the evaluation of the role of nutritional services on cardiovascular disease risk status of older people living in Greek islands and Cyprus. "International Journal Food Science Nutrition" (2012) 
  • Karatzi Kalliopi,  MS, PhD,  Acute effects of beer on endothelial function and haemodynamics: a single-blind, cross-over pilot study in healthy volunteers "Nutrition" (2013) 
  • Psarra G,  MS, PhD,  Geographical heterogeneity of the relationship between childhood obesity and socio-environmental status "Applied Geography" (2013) 

  • Home
  • Team
  • Webinars
  • Diet Program
  • Publications
  • Registration
  • FAQ
  • Contact
Copyright © Nutrilab 2025 Created & developed by tipi