Ο καρκίνος των χοληφόρων οδών, καθώς και το αδενοκαρκίνωμα της χοληδόχου κύστης και των χοληφόρων πόρων αποτελούν, αρκετά, ασυνήθιστες μορφές νεοπλασματικής ασθένειας. Η πλειονότητα των ασθενών που εμφανίζουν καρκίνωμα των χοληφόρων οδών και της χοληδόχου κύστης χαρακτηρίζονται από πολύ πτωχή και δυσμενή πρόγνωση. Η ριζική χειρουργική εκτομή των καρκινικών όγκων αποτελεί τη μοναδική τρέχουσα πιθανή θεραπευτική παρέμβαση έναντι της συγκεκριμένης καρκινικής μορφής. Ο μέσος χρόνος επιβίωσης αυτών των ασθενών υπολογίζεται σε μερικούς μήνες και τα ποσοστά πενταετούς επιβίωσης είναι 5-10%. H περιορισμένη χρονικά επιβίωση αυτών των ασθενών δεν σχετίζεται μόνο με την αντίσταση των καρκινικών όγκων στη χημειοθεραπεία και την εν μέρει άγνωστη αιτιολογία εμφάνισής τους, αλλά και με το γεγονός ότι, η πλειονότητα των ασθενών διαγιγνώσκονται για πρώτη φορά, όταν η νόσος είναι αρκετά προχωρημένη και δεν υφίσταται δυνατότητα χειρουργικής αποκατάστασης. Η καθυστερημένη διάγνωση αυτών των ατόμων οφείλεται, κυρίως, στην απουσία ύπαρξης συμπτωμάτων, όταν η νόσος βρίσκεται ακόμη σε αρχικά στάδια. Ο μέσος χρόνος επιβίωσης των ατόμων με τελικού σταδίου καρκίνωμα, που δεν επιδέχεται χειρουργική θεραπευτική παρέμβαση, κυμαίνεται από 5-8 μήνες.1 Ο ρόλος της χημειοθεραπείας καθίσταται κυρίως, παρηγορητικός σε αυτούς τους ασθενείς. Παρόλα αυτά, μεγάλος αριθμός ερευνητών εκπονεί κατά διαστήματα μελέτες σχετικά με την ανεύρεση κατάλληλων χημειοθεραπευτικών παραγόντων, οι οποίοι να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικότερα τη συγκεκριμένη μορφή νεοπλασίας.2 Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες (κυρίως το κάπνισμα), διάφοροι βιολογικοί παράγοντες (το γυναικείο φύλο, μετεμηνοπαυσιακή ηλικία), η κατανάλωση αλκοόλ, ο σακχαρώδης διαβήτης, το ατομικό ιστορικό τυφοειδούς πυρετού, η χολολιθίαση, η παχυσαρκία και οι διατροφικές συνήθειες του ατόμου συνιστούν ορισμένους βασικούς παράγοντες κινδύνου εμφάνισης καρκίνου των χοληφόρων οδών και της χοληδόχου κύστης.3,4
Σύμφωνα με μελέτες5-9, οι διατροφικές συνήθειες του ατόμου αποτελούν τον βασικότερο παράγοντα κινδύνου εμφάνισης της συγκεκριμένης νεοπλασματικής ασθένειας. Πιο συγκεκριμένα, η ποσότητα και η ποιότητα των καταναλισκόμενων μακροθρεπτικών συστατικών (κυρίως των υδατανθράκων και του λίπους), καθώς, και η συνολικά προσλαμβανόμενη ενέργεια αποτελούν βασικούς διαιτητικούς παράγοντες. Η αυξημένη ενεργειακή πρόσληψη, μέσα από την κατανάλωση μεγάλων μερίδων φαγητού πλούσιων σε υδατάνθρακες και λίπος, και η περιορισμένη φυσική δραστηριότητα αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα θετικού ενεργειακού ισοζυγίου, το οποίο οδηγεί το άτομο σε παχυσαρκία. Η παχυσαρκία και, ειδικότερα, η κεντρικού τύπου παχυσαρκία, αποτελεί έναν από τους βασικότερους παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου των χοληφόρων οδών και της χοληδόχου κύστης.8-10 Η ισχυρή συσχέτιση της παχυσαρκίας με τη συγκεκριμένη μορφή καρκίνου βασίζεται στην επερχόμενη αντίσταση στην ινσουλίνη και στην επακόλουθη εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 αποτελεί βασικό παράγοντα κινδύνου ανάπτυξης της συγκεκριμένης νεοπλασματικής μορφής, καθώς η αντίσταση στην ινσουλίνη συμβάλλει στη δημιουργία μη αλκοολικής ηπατικής λιπώδους διήθησης, μέσω της συσσώρευσης λιπιδίων στα ηπατικά κύτταρα, η οποία συχνά ακολουθείται από υπεροξείδωση των λιπιδίων, παραγωγή αντιδραστικών μορφών οξυγόνου και επακόλουθη φλεγμονή. Η αυξημένη κατανάλωση υδατανθράκων, κυρίως, απλών υδατανθράκων (όπως σακχαρόζη, φρουκτόζη) και τροφίμων με πρόσθετη ζάχαρη (όπως, ροφήματα με πρόσθετη ζάχαρη και επεξεργασμένα τρόφιμα) αποτελεί βασικό αιτιολογικό παράγοντα του παθοφυσιολογικού μηχανισμού δημιουργίας της μη αλκοολικής ηπατικής λιπώδους διήθησης.6 Αναφέρεται ότι, η μη αλκοολική λιπώδης διήθηση του ήπατος σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την εμφάνιση καρκίνου της χοληδόχου κύστης.11 Πράγματι, σύμφωνα με μελέτες5,8,9, η αυξημένη κατανάλωση απλών σακχάρων (μονοσακχαρίτες και δισακχαρίτες), τροφίμων και ποτών με πρόσθετα απλά σάκχαρα μπορεί να οδηγήσει μακροπρόθεσμα στην εμφάνιση της συγκεκριμένης μορφής καρκίνου, καθώς αυτά τα σάκχαρα μπορούν να επηρεάσουν τη σύνθεση της χολής μέσω του μεταβολισμού των λιποπρωτεϊνών. Σχετική μελέτη9 βρήκε ότι, τα άτομα που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες ζάχαρης εμφανίζουν διπλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου των χοληφόρων οδών και της χοληδόχου κύστης, σε σύγκριση με τα άτομα που τηρούν ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο (p<0.05). Ειδικότερα, μελέτες5,12 βρήκαν ότι, η καθημερινή κατανάλωση περισσότερων από 2 ροφημάτων (μερίδας 200ml) πλούσιων σε ζάχαρη (όπως, αναψυκτικά με ζάχαρη, παγωμένο τσάι με πρόσθετη ζάχαρη, φρουτώδη αλκοολούχα ή μη ποτά και ενεργειακά ποτά) σχετίζεται σημαντικά με την ανάπτυξη καρκίνου των χοληφόρων οδών και της χοληδόχου κύστης (p<0.01). Ειδικότερα, τα άτομα που καταναλώνουν καθημερινά τα συγκεκριμένα ροφήματα σε μεγάλες ποσότητες έχουν 79% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο σε σχέση με αυτούς που δεν τα καταναλώνουν.5
Συνεπώς, η κατανάλωση απλών σακχάρων, καθώς, και τροφίμων - ποτών με προσθήκη ζάχαρης θα πρέπει να αποφεύγεται και να μετριάζεται, έτσι ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης της συγκεκριμένης μορφής καρκίνου. Παρόλα αυτά, η αποκλειστική αποφυγή των ροφημάτων με πρόσθετη ζάχαρη δεν αποτελεί μονόδρομο στην πρόληψη του καρκίνου, καθώς το άτομο θα πρέπει να ακολουθεί ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο. Στη συνέχεια, ακολουθούν ορισμένες χρήσιμες συμβουλές πρόληψης της εμφάνισης καρκίνου των χοληφόρων οδών και της χοληδόχου κύστης:
- Καθημερινή κατανάλωση, τουλάχιστον, 4-5 μερίδων φρούτων και λαχανικών και επιλογή αμυλούχων τροφίμων πλούσιων σε διαλυτές και αδιάλυτες φυτικές ίνες. Τα φρούτα και τα λαχανικά, φαίνεται πως, έχουν αντικαρκινικές ιδιότητες, μέσω της αντιοξειδωτικής τους δράσης, η οποία οφείλεται στην υψηλή περιεκτικότητά τους σε αντιοξειδωτικές βιταμίνες (προβιταμίνη Α, βιταμίνες Ε και C) και μεταλλικά ιχνοστοιχεία (π.χ. σελήνιο-Se) Η επαρκής ημερήσια κατανάλωση φυτικών ινών έχει συσχετισθεί με μείωση της εμφάνισης επιθηλιακών νεοπλασμάτων της πεπτικής οδού.9
- Αποφυγή κατανάλωσης απλών σακχάρων (μονοσακχαρίτες, δισακχαρίτες), γλυκισμάτων και τροφίμων με πρόσθετη ζάχαρη ή φρουκτόζη και ροφημάτων, κυρίως αναψυκτικών και ποτών, που περιέχουν ζάχαρη.5,8,12
- Η κατανάλωση τσαγιού ενδέχεται να δρα προστατευτικά έναντι της ανάπτυξης καρκίνου, μέσω της αντιοξειδωτικής δράσης του.8,9
- Αποφυγή κατανάλωσης τροφίμων πλούσιων σε λιπαρά (κυρίως κορεσμένα και υδρογονωμένα-trans λιπαρά οξέα) και ενέργεια (θερμίδες- kcal).
Βιβλιογραφία
- Tsavaris N, Kosmas C, Gouveris P, Gennatas K, Polyzos A, Mouratidou D, Tsipras H, Margaris H, Papastratis G, Tzima E, Papadoniou N, Karatzas G, Papalambros E. Weekly Gemcitabine for the treatment of Biliary tract and gallbladder cancer. Investigational New Drugs. 2004; 22(2):193–198.
- Hejna M, Pruckmayer M, Raderer M. The role of chemotherapy and radiation in the management of biliary cancer: A review of the literature. European Journal of Cancer. 1998; 34(7):977–986.
- Tyagi B, Manoharan N, Raina V. Risk factors for gallbladder cancer: A population based case-control study in Delhi. Indian Journal of Medical and Paediatric Oncology. 2008; 29(1):16.
- Jain K, Sreenivas V, Velpandian T, Kapil U, Garg PK. Risk factors for gallbladder cancer: A case-control study. International Journal of Cancer. 2013;132(7):1660–1666.
- Larsson SC, Giovannucci EL, Wolk A. Sweetened beverage consumption and risk of Biliary tract and gallbladder cancer in a prospective study. Journal of the National Cancer Institute. 2016; 108(10).
- Armiliato GN. High-fructose intake in obesity-related Nonalcoholic fatty liver disease. Journal of Gastrointestinal & Digestive System. 2015; 05(03).
- Malik VS, Popkin BM, Bray GA, Despres J, Willett WC, Hu FB. Sugar-sweetened beverages and risk of metabolic syndrome and type 2 diabetes: A meta-analysis. Diabetes Care. 2010; 33(11):2477–2483.
- Moerman CJ, Demesquita HBB, Smeets FWM, Runia S. Consumption of foods and Micronutrients and the risk of cancer of the Biliary tract. Preventive Medicine. 1995; 24(6):591–602.
- Rai A, Mohapatra SC, Shukla HS. A review of association of dietary factors in gallbladder cancer. Indian journal of cancer. 2004; 41(4):147.
- Wang F. Association between obesity and gallbladder cancer. Frontiers in Bioscience. 2012;17(7):2550.
- Stinton LM, Shaffer EA. Epidemiology of gallbladder disease: Cholelithiasis and cancer. Gut and Liver. 2012; 6(2):172–187.
- Serra I, Yamamoto M, Calvo A, Cavada G, Báez S, Endoh K, Watanabe H, Tajima K. Association of chili pepper consumption, low socioeconomic status and longstanding gallstones with gallbladder cancer in a Chilean population. International Journal of Cancer. 2002; 102(4):407–411.
Επιστημονική Ομάδα Nutrilab : Διατροφή - Eργομετρία - Mεταβολισμός
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
Τηλ: 210 300 3535
Fax: 210 72 92 666